
Γράφει η Βούλα Λεοντίδη – Πλάτωνα
΄Ηταν δική μας δουλειά, των παιδιών θέλω να πω, να μαζεύουμε τα γίδια από τον γιδάρη. Δεν χωρούσε συζήτηση …ούτε γιατί. Απλά, ήταν δική μας δουλειά. Όλα τα γίδια του μαχαλά, αυτά δηλαδή που είχε η κάθε οικογένεια στο σπίτι της, τα μάζευε ο γιδάρης το πρωί, τα πήγαινε για βοσκή όλη την ημέρα και τα έφερνε πάλι πίσω το βράδυ. Γιδάρης τότε, στα μικρά μου χρόνια, ήταν ο Αντώνης.
Μικροκαμωμένος και λιπόσαρκος, με πρόσωπο σκουρόχρωμο που το φώτιζε η αθώα και γελαστή ματιά του.
Ήταν από άλλο χωριό, στο δικό μας είχε έρθει για να δουλέψει ως γιδάρης και ζούσε μόνος μακρυά από την οικογένειά του.
Έμενε σε ένα κελί, που του είχε παραχωρήσει η Κοινότητα, στο παλιό μοναστήρι της Παναγίτσας. Άναβε φωτιά στο μισογκρεμισμένο μπουχαρί, για να ετοιμάσει το φτωχικό φαγάκι του και κρεμούσε τα λιγοστά του υπάρχοντα στους μαυρισμένους τοίχους. Εκεί κρεμούσε και την βαριά κάπα του, που ήταν φτιαγμένη από τραγόμαλλο και δεν άφηνε να περάσουν μέσα το κρύο και η βροχή. Όταν ο Αντώνης φορούσε την κάπα και τις ψηλές ......
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου