Τρίτη 19 Ιουνίου 2018

Εκδηλώσεις τιμής και μνήμης για το Δημήτριο Νικολίδη, συμμάρτυρα του Ρήγα Φεραίου στη Ζίτσα




Με μεγάλη επιτυχία πραγματοποιήθηκε το διήμερο εκδηλώσεων στη μνήμη του γιατρού Δημήτριου Νικολίδη, συμμάρτυρα του Ρήγα Φεραίου, που οργάνωσε ο Δήμος Ζίτσας το Σάββατο και την Κυριακή (16-17/06/2018) παρουσία του πρ. Υπουργού-Αντιπρόεδρου της Βουλής Γεώργιου Σούρλα και αντιπροσωπειών των Δήμων από όπου κατάγονταν ο Ρήγας και οι σύντροφοι του, που  τον Ιούνιο του 1798 βρήκαν μαρτυρικό θάνατο στον Πύργο Νεμπόϊσα στο Βελιγράδι.
Οι εκδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν στη γενέτειρα του Νικολίδη, την Τοπική Κοινότητα Ζίτσας σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Διαβαλκανικής Συνεργασίας «Ρήγας Βελεστινλής» και τη συμμετοχή της αδελφότητας Ζιτσαίων «Δημήτριος Νικολίδης».
Κορυφώθηκαν το πρωί της Κυριακής με την τέλεση μνημόσυνου στον Ιερό ναό Αγίου Νικολάου, επιμνημόσυνη δέηση και κατάθεση στεφάνων στην προτομή του Δημήτριου Νικολίδη στον προαύλιο χώρο του Δημοτικού καταστήματος και αφιερωματική εκδήλωση στο Πνευματικό Κέντρο Ζίτσας.
Η εκδήλωση άνοιξε με χαιρετισμούς  που απεύθυναν οι Δήμαρχοι Ζίτσας Μιχάλης Πλιάκος, Ρήγα Φεραίου Δημήτριος Νασίκας, Βοίου Δημήτριος Λαμπρόπουλος, Καστοριάς Ανέστης Αγγελής, ο Δημοτικός Σύμβουλος Χίου Σταμάτης Ζουμίδης και η Πρόεδρος της Πολιτιστικής Επιτροπής Δήμου Λευκωσίας Λεώνη Ορφανίδου. Όλοι τους στάθηκαν στο διαχρονικό μήνυμα που εκπέμπει ο αγώνας και η θυσία του Ρήγα Βελεστινλή και των συντρόφων του.
Ο Δήμαρχος Ζίτσας στο χαιρετισμό του μεταξύ άλλων, καλωσόρισε και ευχαρίστησε τους παρευρισκόμενους που ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση του Δήμου για να αποτίσουν φόρο τιμής στο Ρήγα Φεραίο και τους συντρόφους του. Ταυτόχρονα,  συνεχάρη τον πρώην Υπουργό- Αντιπρόεδρο της Βουλής Γεώργιο Σούρλα  για την πρωτοβουλία που ανέλαβε  και μέσω του Ινστιτούτου Διαβαλκανικής Συνεργασίας κάθε χρόνο τέτοια εποχή, τιμάται η θυσία τους με εκδηλώσεις στους τόπους καταγωγής τους και διατηρείται έτσι ασβέστη η μνήμη τους και τα μηνύματα του αγώνα τους. «Η σημερινή συγκυρία, ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Πλιάκος, επιβάλει να πορευτούμε με τα ιδανικά και τους αγώνες τους, χωρίς εθνικό παροξυσμό αλλά με πατριωτισμό, ώστε να καταφέρουμε  ως έθνος κάποια στιγμή να ανατάξουμε τη συνείδηση του λαού και να αποτινάξουμε το σύγχρονο ζυγό. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να κληροδοτήσουμε στις επόμενες γενιές το μέλλον που τους αξίζει σε μια χώρα εθνικά υπερήφανη και ελεύθερη».
Τους διοργανωτές της εκδήλωσης συνεχάρησαν παίρνοντας το λόγο ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Γεώργιος Καψάλης, ο Περιφερειάρχης Ηπείρου Αλέξανδρος Καχριμάνης και ο Αντιπεριφερειάρχης Βασίλειος Γοργόλης κάνοντας και εκείνοι, στους χαιρετισμούς τους, ειδική αναφορά στα μηνύματα της θυσίας του Ρήγα και των συντρόφων του που παραμένουν επίκαιρα αν και έχουν συμπληρωθεί 220 χρόνια από το θάνατό τους.
Ακολούθησε η κεντρική ομιλία (θα τη διαβάσετε παρακάτω) από τον  φιλόλογο-Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Θεόδωρο Κοσμά ο οποίος αναφέρθηκε στη ζωή και τη δράση του Δημήτριου Νικολίδη. Την εκδήλωση έκλεισε ο πρώην Υπουργός – Αντιπρόεδρος της Βουλής Γεώργιος Σούρλας με την παρουσίαση του  βιβλίου του «Οι τελευταίες μέρες του Ρήγα και των Συντρόφων του στον Πύργο Νεμπόϊσα».
Ο κ. Σούρλας κατά την ομιλία  του συνέδεσε τον αγώνα του Ρήγα Φεραίου και των συντρόφων του με τις τελευταίες εξελίξεις στο Σκοπιανό λέγοντας: « Πριν από 220 χρόνια ο Ρήγας στα επαναστατικά του κείμενα για την αναζωπύρωση της εθνικής υπερηφάνειας και τον πατριωτικό ζήλο των σκλαβωμένων Ελλήνων, επικαλούνταν την ανδρεία των Μακεδόνων. Καλούσε μάλιστα τον Μ. Αλέξανδρο να βγει από τον τάφο για να δει τους απογόνους του, τους Μακεδόνες, που είναι αντάξιοί του στην ανδρεία. Ο Ρήγας στον Ύμνο Πατριωτικό γράφει: «Αλέξανδρε τώρα να βγης/ από τον τάφο, και να ιδής/ των Μακεδόνων πάλιν/ ανδρείαν τη μεγάλην/ πως τους εχθρούς νικούνε». Σήμερα, που εκχωρούμε όνομα, εθνότητα, γλώσσα στους Σλάβους, τι απαντάμε στο Σωκράτη στο "μητρός τε και πατρός και των άλλων προγόνων απάντων τιμιότερων εστίν η πατρίς". Πώς μπορούν οι πραγματικοί Μακεδόνες, οι Έλληνες πατριώτες να βλέπουν να οδηγούμαστε στο από το "Μακεδονία είναι μια και μόνο ελληνική" στο "Μακεδονία είναι μια και μόνο σλάβικη". Πρέπει να αντιληφθούν οι πάντες ότι καμία υπογραφή δεν μπορεί να μας δεσμεύσει. Την απόφαση γι αυτή ή για όποια άλλη Συμφωνία δικαιούται να την πάρει αποκλειστικά και μόνο ο ελληνικός λαός».
Στις εκδηλώσεις το πρωί της Κυριακής παρέστησαν μεταξύ άλλων ο  πρ. Υπουργός-Βουλευτής Αντώνης Φούσας, ο Δήμαρχος Κόνιτσας Ανδρέας Παπασπύρου, οι Αντιδήμαρχοι Γιαννούλα Γεωργούλη, Φώτης Ράρρας και Περικλής Γρίβας, Περιφερειακοί Σύμβουλοι,  Δημοτικοί Σύμβουλοι, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας Στέφανος Φούσας, εκπρόσωποι των σωμάτων ασφαλείας, τοπικών αρχών, συλλόγων και πλήθος κόσμου.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ
Στο πλαίσιο του εορταστικού διημέρου το απόγευμα του Σαββάτου πραγματοποιήθηκαν εκδηλώσεις οι οποίες ξεκίνησαν στην Πινακοθήκη της Ζίτσας, με την παρουσίαση της «Χάρτας του Ρήγα», από την αρχαιολόγο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων, Ανθή Φιλίδου, που κράτησε αμείωτο το ενδιαφέρον όλων των παρευρισκομένων καθώς αποτελεί ιστορικό κειμήλιο της προεπαναστατικής περιόδου. Στην παρουσίαση παρευρέθηκε και ο Δήμαρχος Ζαγορίου Βασίλης Σπύρου καθώς η «Χάρτα του Ρήγα» που έχει εκδοθεί στη Βιέννη το 1797, αποτελεί  περιουσιακό στοιχείο της εκκλησίας Αγίου Νικολάου Καπεσόβου και παραχωρήθηκε στο Δήμο Ζίτσας για το διήμερο των εκδηλώσεων.
  Ακολούθησε ξενάγηση στους χώρους της Πινακοθήκης από την κόρη του ιδρυτή της, Έφη Μαλάμου. Επόμενος σταθμός ήταν το λαογραφικό μουσείο της Ζίτσας. Εκεί, η Πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Αγγελική Καραμπίνα και μέλη του, υποδέχθηκαν τους φιλοξενούμενους με σπιτικά γλυκά κουταλιού, τσίπουρο και λικέρ.  Η βραδιά ολοκληρώθηκε με επίσκεψη στο οινοποιείο «Κτήμα Γκλίναβος» όπου ο υπεύθυνος οινοτουρισμού Αλέξανδρος Μπαλτογιάννης, «μύησε» τους επισκέπτες στα «μυστικά» του κρασιού. 



ΟΜΙΛΙΑ  ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΚΟΣΜΑ


Εκλεκτοί προσκεκλημένοι,
κυρίες και κύριοι,  


Όταν τον Ιανουάριο του 1841 ανώνυμος Ηπειρώτης, απαντώντας στην εφ. Αθηνά σε επιστολή ομοπατρίου του, που χαρακτήρισε τους Ζιτσαίους ως αμαθείς, αναφωνεί «δεν ήτον εκ Ζίτσας ο οπαδός και ο­μοιοπαθής του αειμνήστου Ρήγα ιατροφιλόσοφος Δημήτριος» υπό τύ­­πον αρνητικής ρητορικής ερώτησης, ισοδυναμούσας με ισχυρή κα­τά­φαση, διατρανώνει με τον πλέον κατηγορηματικό και μη επιδεχόμε­νο αμφισβή­τηση τρόπο τη ζιτσιώτικη καταγωγή του Νικολίδη, εναρ­μο­­­νι­ζό­­μενος αυτονόητα με μια εδραιωμένη ήδη πεποίθηση, πολλά χρό­­νια πριν τον συσχετίσει με τη Ζίτσα η εγχώ­ρια βιβλιογραφία. Η κάθετη σύ­γκλιση στη συνέχεια όλων των τοπι­κών πηγών, και όχι μό­νο, προς αυ­τή την κατεύθυνση έρχεται να επι­βε­­βαι­ώσει το προφα­νές και καθι­στά άκυρη κάθε από­πειρα σύνδεσης της καταγωγής του με την πόλη των Ιωαννίνων, πα­ρό­τι η εκδοχή αυτή «πάτησε», είναι αλή­θεια, στα λεγόμενά του, τα ο­ποία ωστόσο δεν πρέ­πει για ευνόη­τους και εύκολα ερμηνεύσιμους λό­γους να παίρνει κα­νείς τοις μετρη­τοίς. Άλλωστε οι Ιωαννίτες ως συλ­λογικό υποκεί­μενο ουδέποτε τον διεκδί­κη­σαν ως δι­κό τους άνθρωπο, αδυνατώντας εύλογα να προσα­γά­γουν οποιοδή­ποτε στοι­χείο που να τε­κμηριώνει ανάλογο ισχυρισμό.
Η διασαφήνιση του ζητήματος αυτού δεν μας απαλλάσσει ωστόσο από τις δυσκολίες που η πενιχρότητα των πηγών αλλά και οι ασαφείς, συγκεχυμένες, ενίοτε δε και αλληλοσυγκρουόμενες πλη­ρο­φορίες ορ­­θώνουν ενώπιόν μας στην προσπάθεια έστω και αδρομε­ρούς σκια­γρά­φησης της ζωής και της δράσης του εθνομάρτυρα, παρότι έχουν περά­σει 220 σχε­δόν χρόνια από τον μαρτυρικό θάνατό του. Σε πολλές πε­ρι­πτώσεις συνεπώς είμα­στε υποχρεωμένοι να πλεύσουμε σε «αχαρ­το­γράφητα νερά». Έχοντας κατά νου τις εισαγωγικές αυτές παρατη­ρή­σεις, θα επιχειρήσουμε πα­ρό­λα αυτά να ανασυγκροτήσουμε, στο βαθ­μό που είναι δυνατό στα ασφυκτικά πλαίσια μιας ομιλίας, τη γε­νι­κή εικόνα.
Ο Δημήτριος γεννήθηκε στη Ζίτσα το 1766 εκ πατρός Νικολού τινος, εξ ου και το πατρωνυμικό Νικολίδης, το οποίο θα αποτελέσει για τον ίδιο το επίσημο επώνυμό του στην Εσπερία, όπως καταδεικνύ­ουν οι αρχειακές πηγές. Τα παιδικά του χρόνια σημαδεύτηκαν από την απώλεια των γονέων του, κενό που έσπευσε κατά ευτυχή συγκυ­ρία να αναπληρώ­σει ο θείος του Ζαχαρίας, ηγούμενος τότε της μονής του Προφήτη Ηλία, θέτοντάς τον υπό την προστασία του. Το κυρίαρ­χο αφήγημα όσον αφορά τις σπουδές του Νικολίδη καταγράφει ως σταθ­μούς της εγκύκλιας μόρφωσής του τη Ζίτσα ή τα Γιάννενα και, κυ­ρίως, το Βουκουρέστι, υποδεικνύει ως χώρο πανεπιστημιακής εκ­παί­δευ­­σης τη Βιέννη, εμπλέκει δε άμεσα στην όλη διαδικασία εκπαι­δευ­τικής ανέλι­ξης του νεαρού γόνου της Ζίτσας το Ζαχαρία και το Δοσίθεο Φιλίτη. Τα στοιχεία αυτά, με εξαίρεση τα περί σπουδών του Νικολίδη στη Βιέννη, θέμα στο οποίο θα επανέλθουμε στην πορεία, φαίνεται να ενισχύονται σε γενικές γραμμές από τις πηγές, που επιση­μαί­νουν αφενός την εκπαίδευση του Δοσίθεου στην περίφημη Μπα­λάνειο Σχο­­­λή των Ιω­αν­­νίνων με υποτροφία της μονής του Προ­φή­τη Ηλία και αφετέρου την προώθησή του από το Ζαχαρία, ο οποίος «ενο­ρών τω νέω μεγάλην την επίδοσιν προσε­λά­βετο αυτόν μεθ’ εαυτού απο­­δη­μήσας εν Βλαχία», όπου τον αποκατέστησε ηγούμενο ήδη από το 1764 στη μονή Αγίου Ιωάννη Βουκουρεστίου, που ήταν μετόχι του Προφήτη Ηλία, ανοίγοντάς του έτσι το δρόμο για άνοδο σε υψηλά ιερατικά αξιώματα (επίσκοπος Μπουζαίου αρχικά [1787] και εν συνε­χεία [1793] μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας). Υπ’ αυτή την έννοια η αγαστή συνεργασία των δύο ανδρών πρέπει να θεωρείται δεδομένη, από μια άποψη μάλιστα και ανεξάρτητα από άλλες παραμέτρους, ό­πως για παράδειγμα η αποδεδειγμένη φιλομουσία του ιεράρχη, η υλο­ποί­ηση της επιθυμίας του Ζαχαρία για στήριξη του ανεψιού του εμπε­ριέ­χει και το στοιχείο της ανταπόδοσης του Δοσίθεου για την προ­­­σφερ­θείσα σ’ αυτόν «ευεργε­σία». Δεν θα πρέπει εξάλλου να μας δια­φεύ­γει ότι παρόμοια πορεία μαθητείας με του Νικολίδη είχε και ο κα­τά λίγα έτη μεγαλύτερος Σίλ­βεστρος Φιλίτης, γιατρός κι αυ­τός, ανε­ψιός εξ αδελφής του Δοσίθεου Φιλίτη, σπουδαγμένος ωσαύτως με δα­πά­νη του θείου του.
Αν θεωρήσουμε σωστή την πληροφορία ότι ο Νικολίδης βρέθηκε δωδεκαετής στο Βουκουρέστι, περί το 1778 δηλαδή, ένα μεγάλο μέρος της σύντομης ζωής του, ίσως μέχρι και το χρόνο της αναχώ­ρησής του για πανεπιστημιακές σπουδές, το πέρασε εκεί. Δυστυχώς η μέχρι τώ­ρα έ­ρευ­να δεν κατάφερε να εντο­πίσει και να παρουσιάσει το παραμι­κρό στοιχείο που να σχετίζεται με την παραμονή του στη Βλα­χία. Πέ­ρα α­πό μια αόριστη, μη διασταυρωμένη ωστόσο, πλη­ροφορία ότι στο Βου­κου­ρέ­στι γνώρισε για πρώτη φορά το Ρήγα, στην ουσία δεν έχουμε την παραμικρή ιδέα για τον κύκλο των επαφών και των γνωριμιών του, για τις ενασχολήσεις και τα ενδιαφέροντά του, για τις πιθανές επιρροές και επιδράσεις, που συνέτειναν στη διάπλαση του χαρακτήρα του και στη συγκρότηση της προσωπικότητάς του, ή για τους διαύλους που ενδεχομένως τον έφεραν σε επαφή για πρώτη φορά με τις προοδευτικές ιδέες.
Στην πραγματικότητα τα πρώτα απτά τεκμήρια της ενεργού πα­ρου­­σίας και δράσης του εντοπίζονται κατά την περίοδο των ιατρικών του σπουδών. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η μέχρι πρότινος επικρα­τού­σα αντίληψη ότι ο Νικολίδης «απεδήμησε εις Βιέν­νην επί το σπου­δά­σαι την ιατρικήν επιστήμην», δεν φαίνεται να ανταποκρίνεται στην αλήθεια και μάλλον πρόκειται για εσφαλμένη εκτίμηση, που, κατά τη γνώμη μας, οφείλεται στο ότι εγκαταστάθηκε και άσκησε την ιατρική στην αυστριακή πρωτεύουσα. Άλλωστε και στα μητρώα του Πανεπι­στη­­μί­­ου της Βιέν­­­­νης δεν εντοπίστηκε πουθενά το όνομά του. Όπως αποδει­κνύ­­ε­ται από σύγχρονες μελέτες, βασισμένες σε αρχειακό υλικό, ο Νικολίδης εγγράφηκε ως φοιτητής στο Ιατρικό Τμήμα της διά­σημης Ανώτατης Σχολής του Καρόλου, που είχε έδρα τη Στουτγάρδη της Γερμανίας, τον Ιούλιο ή Οκτώβριο του 1791. Αν και στα πρακτι­κά έγγραφα του Πανεπιστημίου δεν παρουσιάζονται ιδιαίτερα ίχνη, προκύπτει εντούτοις χρέος του ύψους 36 δουκάτων κατά το πα­νε­πι­στη­μιακό έτος 1792-93, ενώ αξιοσημείωτη είναι η καταχώριση ότι στις 10 Απριλίου 1793 εξετάστηκε από τον περίφημο καθηγητή Kielmeyer στην Πει­ρα­ματική Χημεία.
Στη Στουτγάρδη ο Νικολίδης βιώνει εκ του σύνεγγυς το κλίμα του επαναστατικού πυρετού και των έντονων πολιτικών ζυμώσεων και διεργασιών που η πρόσφατη έκρηξη της Γαλλικής επανάστασης πυρο­δό­τησε στη γειτονική προς την επαναστατημένη Γαλλία πρωτεύουσα της Βυρτεμβέργης, με προφανές αδιαφιλονίκητο κέντρο την εκεί Α­νώ­τα­τη Σχολή του Καρόλου, όπου, σύμφωνα με σύγχρονες έρευνες, οι επαναστατικές ιδέες βρήκαν ιδιαίτερα πρόσφορο έδαφος όχι μόνο μεταξύ των φοιτητών αλλά σε κάποιο βαθμό και μεταξύ του καθηγη­τι­κού προσωπικού. Η ίδια επαναστατική ατμόσφαιρα επικρα­τού­σε και στο πανεπιστήμιο του Tübingen, κοντινής στη Στουτγάρ­δη πό­λης της τότε Νοτιοδυτικής Γερμανίας, όπου σπούδαζε θεολογία και φιλο­σο­φία ο νεαρός Hegel, ο μετέπειτα κορυφαίος εκφραστής του γερ­μα­νικού ιδεαλισμού, ένθερμος θιασώτης των ιδεών της Γαλλι­κής Ε­πα­νάστασης, ο οποίος καταγόταν από τη Στουτγάρδη. Γύρω από τον Hegel δημιουργήθηκε ένας φιλικός κύκλος νέων φοιτητών, μετα­ξύ αυ­­­τών και οι Hölderlin και Schelling, που βασικός συνεκτικός δεσμός της μεταξύ τους σχέσης υπήρξε αναμφίβολα η πίστη τους στην επανά­στα­ση του 1789. Ο συντροφικός αυτός κύκλος συμπεριέ­λα­βε στις τά­ξεις του και νέους που φοιτούσαν στην Ανώτατη Σχολή του Καρό­λου στη Στουτγάρδη, ανάμεσά τους και ο Νικολίδης, όπως σαφώς προ­κύπτει από τις σύντομες αφιερώσεις πολιτικού χαρακτήρα στο Stam­mbuch του Hegel, είδος υπομνηστικού λευκώματος δηλαδή ή, με δια­φορετική διατύπωση, λευκώματος αυτογράφων, όπου ο νεα­ρός φοι­τη­τής συγκέντρωνε τις αφιερώσεις φίλων του.
Πότε ακριβώς γνώρισε ο Νικολί­δης τον κατά τέσσερα χρόνια νεό­τερό του Hegel δεν μας είναι γνωστό, εικάζουμε πάντως πως αυτό έγι­νε σε μία από τις επισκέψεις του τελευταίου στη γενέτειρά του, είτε το 1792, οπότε επισκέφθηκε μαζί με τον νεαρό Schelling τη Σχολή του Καρόλου, είτε το διάστημα από 18-2 έως 6-3-1793 ή το καλοκαίρι του ίδιου έτους που αποδεδειγμένα ήταν στη Στουτγάρδη. Γεγονός πά­ντως είναι πως η γνωριμία των δύο ανδρών εξελίχτηκε σε φιλία, όπως επιμαρτυρεί το αυτόγραφο αφιερωτικό επιγραμματικό δίστιχο που ο Νικολίδης έγραψε γαλλιστί σε κόλλα χαρτιού προορισμένη για το Stam­mbuch του Hegel, υπογράφοντας ως καλός του φίλος στις 9 Οκτωβρίου 1793, την παραμονή δηλαδή της αναχώρησής του για τη Βέρνη της Ελβετίας. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει εν προκει­μέ­νω το κείμενο του δίστιχου επιγράμματος, που διόλου τυχαία επέλεξε ο Νικολίδης από κάποιο άγνωστο σε μας ποίημα ή θεατρικό έργο της εποχής, η ελληνική απόδοση του οποίου έχει ως εξής:
«Κι ας χαθεί για πάντα η άφρων πολιτική
που επιβάλλει στις καρδιές μας εξουσία δεσποτική».
Πρόκειται στην ουσία για το πολιτικό αποτύπωμα του Ζιτσαίου α­γω­νι­στή, που αφενός τεκμηριώνει την ένταξή του στον κύκλο του He­gel ως αποτέλεσμα ιδεολογικής σύμπλευσης, αφετέρου αντανακλά τη βαθύτατη επίδραση που άσκησε πάνω του η Γαλλική Επανάσταση. Οι δύ­ο στίχοι, κραυγή κάθετης αντίθεσης κι οργής ενάντια στην πολιτική καταδυνάστευση και το δεσποτισμό, εκφράζουν ανάγλυφα τα έντονα δημοκρατικά, αντιμοναρχικά και αντιαπολυταρχικά φρονήματα του Νι­κο­λί­δη, δεν αφήνουν δε την παραμικρή αμφιβολία για τον ε­λευ­θε­ρό­φρο­να και ανυπότακτο χαρακτήρα του και το επαναστατικό του πνεύμα. Αυτά τα πολιτικά χαρακτηριστικά, το αφετηριακό σημείο της διαμόρφωσης των οποίων δεν είναι δυνατόν να διακριβωθεί επακρι­βώς ελλείψει ε­παρκών στοιχείων, που κομβικά σημεία αποκρυστάλ­λω­σης και εδραί­ω­σής τους ωστόσο υπήρξαν αναμφίβολα η φοίτησή του στη Σχολή του Καρόλου στη Στουτγάρδη, η γνωριμία του με τον Hegel και συνακόλουθα η ένταξη στον κύκλο του, θα τον φέρουν α­να­πόδραστα σε επαφή με τους Έλληνες αγωνιστές για την ελευθερία.
Μετά το αιφνίδιο κλείσιμο της Ανώτατης Σχολής του Καρόλου το Πάσχα του 1794 ο Νικολίδης εγκαταλείπει τη Στουτγάρδη και μετα­βαί­νει στη Βιέννη, όπου επιδίδεται με επιτυχία στην άσκηση του ιατρι­­κού επαγ­γέλματος. Ο ακριβής εντούτοις χρόνος της εκεί εγκατά­στασής του πα­ρα­μέ­νει απροσδιόριστος. Σε σχέση πάντως με τις απρό­σμενες εξελί­ξεις στη Σχολή του Καρόλου αιωρείται επίμονα, κατά τη γνώμη μας, το ερώτημα αν κατά­φερε τελικά να ολοκληρώσει στη φά­ση αυτή τις σπουδές του, διαφορετικά θα πρέπει εύλογα να υποτεθεί ότι προσανατολίστηκε σε άλλο ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο για την απο­πε­ράτωσή τους. Όπως κι αν έχουν τα πράγματα, η διαμονή του στη Βιέννη γίνεται εφαλτήριο της επαναστατικής του δράσης, που συνδέε­ται άρρηκτα με τη γνωριμία του με το Ρήγα Φεραίο και την εισδοχή του στους κόλπους της μυστικής εταιρικής οργάνωσης που ο τελευ­ταίος είχε συγκροτήσει. Αν και το τοπίο είναι θολό σχετικά με το χρό­νο και τις συνθήκες γνωριμίας Ρήγα-Νικολίδη, είναι γεγονός ότι από τον Αύ­γου­­στο του 1796 οι δύο άνδρες συνδέονται με στενή φιλία, που ερεί­δεται στην κοινότητα ιδεών και οραματισμών, και εργάζονται συ­ντονισμένα, πλαισιωμένοι και από τους άλλους συναγωνιστές, για την απελευθέρωση του σκλαβωμένου Γέ­νους, ενσωματώνοντας στο στόχο αυτό και τα κοινω­νικά προτάγματα της Γαλλικής Επα­νά­στα­σης, ως προ­απαιτού­μενα άλλωστε για την ευσυνταξία της μέλλου­σας να δημι­ουργηθεί εθνο­κρα­τικής οντότητας, όπως καταφαίνεται και στη «Νέα Πολιτική Διοί­κηση» του Ρήγα, που είχε ως πρότυπο το γαλ­λικό σύ­νταγ­μα του 1793.
Η σύλληψη του Ρήγα και των συντρόφων του το Δεκέμβριο του 1797 από την αυστριακή αστυνομία ανέκοψε βίαια την πολύμορφη πολιτική και εθνοδιαφωτιστική δραστηριότητα και ανέτρεψε άρδην τον επαναστατικό σχεδιασμό, που φαινόταν να υπαγορεύει πλέον το πέρασμα σε άμεση επαναστατική δράση στο έδαφος της δουλωμένης πατρίδας, ενόψει μάλιστα μιας αναμενόμενης και πολλά υποσχόμενης επέμβασης των Γάλλων, που από τα τέλη Ιουνίου του 1797 είχαν αποβιβαστεί στην Κέρκυρα, στις οθωμανοκρατούμενες περιοχές της Βαλκανικής χερσονήσου. Ο Νικολίδης ήταν από τους πρώτους που πιάστηκαν στη Βιέννη τη νύχτα της 24ης Δεκεμβρίου 1797, έχοντας ήδη από νωρίς στοχοποιηθεί από τη μυστική υπηρεσία «ως άνθρω­πος εκτάκτως υπόπτων πολιτικών αρχών, βεβαρη­μένος με φιλε­λεύθε­ρον πνεύμα» και «από μα­κρού χρόνου ύ­πο­πτος», όπως συνάγεται από το ανακριτικό υλικό. Φαίνεται πως ήταν από τα αξιολογότερα πρόσω­πα του κύκλου του Ρήγα, ο πιο στε­νός και έμπιστος συνεργάτης του, κυ­ρι­ο­λεκτικά το δεξί του χέρι, συμ­μαχητής και συμμέτοχος καθόλα στην κατάστρω­ση και προαγω­γή των εθνο­απελευθερωτικών σχεδίων. Από τις κατα­θέ­σεις των άλλων α­να­κριθέ­ντων και τις δικές του θαρρα­λέ­ες ομολο­γίες αναδύεται η λα­μπρή εικό­να του φλογερού επαναστάτη και του θερμού πατριώτη, του γενναίου, υπεύθυνου, αξιοπρεπούς και συ­νε­πούς αγωνιστή, που ενερ­γεί σύμφω­να με τους συνωμοτικούς κα­νό­­νες, επωμίζεται την ευθύνη των πράξεών του χωρίς να τη μετακυ­λίει σε άλλους και διατρανώνει με παρρησία και αταλάντευτα την πί­στη και την αφοσίωση στις ιδέες του. Ειδικό­τερα ο Νικολίδης παρα­δέ­χτη­­κε ότι ήταν γνώστης και ενθουσιώδης ο­πα­δός των απελευθερω­τι­κών σχε­δίων του Ρήγα, ότι επιθυμούσε μια επανάσταση στη στενά­ζου­σα υπό τον τουρκικό ζυγό Ελλάδα κι ήταν πρόθυμος να συντελέ­σει σ’ αυτή με όλες του τις δυνάμεις, είχε μάλι­στα εκφράσει την πρόθεσή του να χρησιμοποιηθεί ως διδάσκαλος κά­ποιας επιστήμης στην επα­να­στα­τη­μένη πατρίδα∙ σε συνάξεις πατρι­ω­τών τραγου­δού­σε στίχους της Μασ­σα­λιώτιδας, καθώς και το επανα­στα­τικό άσμα «Ως πότε Παλ­ληκά­ρια»∙ ότι «έκαμε λόγον περί των γαλ­λικών θεσμών και υπερα­πο­λο­γή­θη του σημερινού αυτών πολιτεύ­ματος, επειδή τούτο έχει μεγά­λην ο­μοι­ό­τητα προς το παλαιόν πολίτευ­μα [το δημοκρατικό δηλαδή] της Ελλάδος»∙  ότι πολλάκις απεκάλεσε τον Τούρκο τύραννο, επειδή ως τέτοιος αναγνωρίζεται από όλους, το αυτό δε ισχυρίστηκε και για τους ηγεμόνες της Βλαχίας και Μολδαυ­ίας, που, όπως οι Τούρ­κοι, πιέζουν ανεύθυνα το λαό. Οι ανακριτικές αρχές απ’ τη μεριά τους κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι όχι μόνο του ήταν γνωστή η επανα­στατική προ­κή­ρυξη του Ρήγα, αλλ’ ότι «ολο­ψύ­χως επεδοκίμασε το σύν­θεμα τού­το», παρά το γεγονός ότι ο ίδιος το αρνήθηκε, όπως εξέ­­λεγξαν αυτόν ψευδόμενο και στα του ταξιδιού του Μαυρογένη στο Πα­ρίσι, «καθ’ όσον εκ της ανακρίσεως απε­δεί­χθη ότι ο Νικολίδης και ο Μαυρογένης ήσαν συνδεδεμένοι προς αλ­λή­­λους δια στενής φιλίας».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προς τούτοις παρουσιάζει η συμβολή του στην εκδοτική δραστηριότητα του Ρήγα, που συνίσταται στη διόρθω­ση των τυπογραφικών δοκιμίων του έργου του αββά Μπαρ­τελεμύ «Το ταξίδι του Νέου Αναχάρσιδος στην Ελλάδα» (Voyage du jeune Ana­char­sis en Grèce), καθώς και στη μετά­φρα­ση ενός κεφαλαίου από τον έβδομο τόμο της γαλλικής έκ­δοσης, με σκοπό την ενδυνάμωση της ε­πα­ναστατικής διάθεσης των Ελλήνων. Αν κρίνουμε ωστόσο από τα ό­σα λέει στον πρόλογο του πρώτου τό­μου του έργου, εκδομένου το 1797, ο Σακελ­λάριος, πως άλλοι «φιλο­γε­νείς των Ελλήνων απόγο­νοι», γνώ­στες της γαλλικής γλώσ­σας συνέ­χισαν τη μετάφραση των υ­πόλοιπων έξι τόμων, ενδέχε­ται ο Νικολίδης να εμπλέκεται στη μετα­φρα­στική προσπάθεια και των τε­λευταίων πέ­ντε τόμων – τους τρεις πρώτους είχε μεταφράσει ο προ­μνησθείς Σα­κελ­λάριος, τον τέταρτο οι Βεντότης και Ρήγας. Αλλά ο Νικολίδης επι­δό­θηκε και σε δικές του μεταφραστικές και συγγραφικές απόπει­ρες: είχε αρχίσει, σύμφωνα με την κατάθεσή του, να μεταφράζει εκ του γαλ­λικού και είχε μισοτε­λει­ώσει ένα έργο του Mably αναφερό­με­νο στις αρετές και τις αδυνα­μίες των αρχαίων Ελλήνων, που επηρέασαν αντίστοιχα τις προ­όδους και τις ατυχίες τους, προκειμένου να αντλή­σουν απ’ αυτό επωφελή συ­μπε­ράσματα οι ομοεθνείς του. Το εν λόγω βιβλίο εκδόθηκε στη Γε­νεύη το 1766 υπό τον τίτλο «Παρατηρή­σεις πάνω στην Ιστορία της Ελλάδας∙ ή αιτίες της προόδου και των ατυ­χιών των Ελλήνων» (Ob­ser­vations sur lHistoire de la Grece; ou des causes de la prospérité et des malheurs des Grecs), επανεκδόθηκε δε το 1767 στη Ζυρίχη και το 1789 σε Γενεύη-Παρίσι, σημειωτέον δε, όσον αφορά τη συγκεκριμένη επιλογή του Νικολίδη, ότι και ο Κοραής θεωρούσε πολύ χρήσιμη τη μετάφραση έργων του Ελβετού συγγρα­φέα. Ο ίδιος ομολόγησε προ­σέ­τι ότι είχε καταστρώσει και σχέδιο βι­βλίου, με το οποίο «ήθελε να αποδείξη ότι η Ελλάς, κατεχομένη υπό πνευματικού και ηθικού λη­θάρ­γου, μόνον διά της ισχυράς χειρός γεί­το­νός τινος δυνάμεως [προ­φανώς εννοεί τη Γαλλία] θα ηδύνατο να εξαχθή εκ της δουλικής αυ­τής καταστάσεως». Η πληροφορία, τέλος, άγνωστο πόθεν προερχο­μένη, ότι μετέφρασε και το «Κοινωνικό Συμ­βό­λαιο» του Ρουσσώ κρί­νεται λίαν επισφαλής, καθότι είναι παντελώς ανα­πό­δεικτη. 
Όμως το νήμα της ζωής του Ζιτσαίου μαχητή της ελευθερίας κό­πη­κε νω­ρίς, στα 32 μόλις χρόνια του. Ο δια στραγγαλισμού θάνα­τος των οχτώ πατριω­τών στον πύργο Νεμπό­ιζα του Βελιγραδίου στις 24 Ιου­νίου του 1798, με­τά την επαίσχυντη πα­ράδοσή τους στους Τούρ­κους από τους Αυ­στρι­α­κούς, ως αποτέλεσμα ενός άθλιου παζαριού με την Υψηλή Πύ­­λη, τους ανέδειξε όλους τους σε σύμβολα του απελευ­θε­ρωτικού α­γώ­να και τους κατέταξε στο πάνθεο των ηρώ­ων και των μαρτύρων, στέρησε ωστόσο την ευκαιρία από το Νικολίδη να εκδι­πλώ­σει περαι­τέ­ρω τις δη­­μιουργικές εκφάν­σεις του πνεύ­μα­τός του και να θέσει πιο ευδιάκριτα την προσωπι­κή του σφραγίδα στην α­νά­πτυξη και ολοκλήρωση του κινή­μα­τος του Διαφωτισμού και συνα­κό­λου­θα στη δημι­ουρ­γία εθνικού κρά­τους. Οι γενικότητες εξάλλου των σχετι­κών με αυτόν πληροφο­ριών δεν επιτρέ­πουν να έχουμε μια πιο εξατο­μικευμένη και λεπτομε­ρει­ακή εικόνα της έως τότε συνεισφο­ράς του στην επεξεργασία θέ­σεων ιδεολογικού ή εν­νοιολογικού χαρα­κτή­ρα εί­τε στην παραγωγή πολιτικού ή ακόμη και επιστημονικού λό­γου. Από την άποψη αυτή η στόχευση της έρευνας στη συγκέ­ντρω­ση υλικού, που θα κάνει εφικτή την εκπόνηση ειδικής και με αξιώ­σεις μελέτης για τον πρωτοπόρο δια­νοητή, ας θεωρηθεί ως οφειλόμενο χρέος της επιστημονικής κοι­νό­τητας στη μνή­μη του.
Σήμερα η Ζίτσα τιμά το άξιο τέκνο της, το πρώτο συνειδητό θύμα της Ηπείρου στο βωμό της εθνικής ελευθερίας, που η έξοχη αγωνιστι­κή και δημοκρατική μορφή του λάμπρυ­νε την τοπική κοινωνία, την Ήπειρο και σύμπασα την Ελλάδα. Δικαιολογημένα λοι­πόν οι Ζιτσαίοι αισθάνονται υπερήφανοι. Εντούτοις η απόδοση τιμής στη μνήμη του δεν θα πρέπει να εξαντλείται σε τυπικές εκδηλώσεις επε­τει­α­κού χαρα­κτή­ρα – έχουν κι αυτές τη σημασία τους φυσικά –, αλλ’ επι­βάλ­λει την υιοθέτηση μιας στάσης ζωής εμπνευσμένης από τις α­γω­νι­στι­κές του πα­ρα­καταθήκες. Η ιδέα άλλωστε της αντίστασης στην ά­φρο­­να πολιτι­κή και στις εξουσιαστικές πρακτικές δεσποτικού χα­ρα­­κτήρα, για την εξάλειψη των οποίων τόσο ρητά και κα­τη­­γορηματικά είχε εκ­­­φρασθεί ο Δημήτριος Νικολίδης, συνάδει απόλυτα με την ανάγκη εναντίωσης στις σύγχρονες μορφές δεσποτισμού και βαρβαρότητας, που τείνουν να εξανδραποδίσουν τη ζωή μας.

Σας ευχαριστώ.

Σημ.: Για φοίτηση του Νικολίδη στην Ανώτατη Σχολή του Καρόλου και σχέση του με τον Hegel βλ. Νίκου Κ. Ψημμένου, «Δημήτριος Νικολίδης, ένας φίλος του νεαρού Hegel», Δωδώνη 28 (1999), Μέρος Τρίτο, σσ. 43-52, και Uwe Jens Wandel, “Zwei griechische Studenten an der Hohen Carlsschule”, Aus südwestdeutscher Geschichte, Stuttgart 1994, σσ. 546-559. Για καταγωγή του βλ. εφ. Αθηνά, φ. 787 / 25-1-1841, σ. 4. Για σχέση, τέλος, Ζαχαρία και Δοσίθεου Φιλίτη, βλ. Αρχείο Τάκη Φωλλίδη, Κώδικας Ανωνύμου: Εις το μνημόσυνον του Μητρ. Δοσιθέου [λόγος εφω­νηθείς υπό διδασκάλου κατά τις ενιαύσιες της Ελληνικής Σχολής εξετάσεις], χ . χ. [27-7-1858;], σ. 8.














































































































































Δεν υπάρχουν σχόλια: