Κυριακή 8 Ιουλίου 2012

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ


Βρέθηκα σε αμηχανία πριν λίγες μέρες, όταν ο νεαρός Άγγλος περιηγητής μου ζήτησε να τον φω­το­γραφίσω μπροστά στην εντοιχισμένη αναμνηστική πλάκα στο μοναστήρι, που μνημονεύει την εκεί διήμερη (;) διαμονή του λόρδου Βύρωνα! Kι αυτό, γιατί ήξερα πως τα στοιχεία που αποκάλυψε η έρευνα και δεν επιδέχονται αμφισβήτηση, καθώς στηρίζονται στα κείμενα του ίδιου του ποιητή και του φίλου του Χόμπχαουζ, πιστοποιούν πως ο λόρδος Βύρων διέμεινε στη μονή μόνον μια βραδιά, στις 26 Οκτω-βρίου 1809[1]. Μια ιστορική ανακρίβεια, εν πολλοίς δικαιολογημένη, αν αναλογιστούμε πως στηρίχτηκε κυρίως στην προφορική παράδοση που, κατά κανόνα, δεν είναι δυνατόν να μεταφέρει πιστά την ιστορική αλήθεια σ’ ένα τόσο μακρύ, για τα δεδομένα της εποχής, διάστημα (η πλάκα εντοιχίστηκε 115 χρόνια ύστερα απ’ την επίσκεψη του  Byron στη Ζίτσα, δηλαδή το 1924[2]).
 Δεν θα ’πρεπε να συμβαίνει όμως το ίδιο και με τις πινακίδες που τοποθετήθηκαν, σχετικά πρό-σφατα, σε διάφορα μέρη του χωριού για να προσφέρουν σε ημεδαπούς και, κυρίως, σε επισκέπτες της Ζίτσας στοιχειώδη πληροφόρηση για μνημεία, αξιοθέατα κλπ. Εδώ, οι ανακρίβειες και τα λάθη είναι ανεπίτρεπτα! Ωστόσο, όλες οι πινακίδες, από πλευράς περιεχομένου, είναι τουλάχιστον προβληματικές! Και αυτό δείχνει μια κραυγαλέα αδιαφορία των ιθυνόντων για την τεκμηρίωση των αναγραφέντων στοιχείων, η οποία γίνεται ακόμη πιο αισθητή από το γεγονός ότι, παρόλο που έγιναν προφορικές κατά καιρούς συστάσεις και οχλήσεις για διόρθωση των σφαλμάτων, ουδόλως εισακούστηκαν.
Με τούτο το σημείωμά μου επιχειρώ μια ανασκευή των λαθών και των ανακριβειών που παρεισέ-φρησαν, ευελπιστώντας ότι τώρα οι αρμόδιοι φορείς, αδυνατώντας πλέον να επικαλεστούν το άλλοθι της άγνοιας, δεν θα κωφεύσουν και πάλι, αλλά θα πράξουν το αυτονόητο.
Εξαρχής δηλώνω ότι αναλυτικά  θα ασχοληθώ μόνο με μία πινακίδα, ενώ για τις άλλες θα αρκεστώ σε μια απλή αναφορά.
Η πιο χαρακτηριστική απ’ την άποψη που μας ενδιαφέρει πινακίδα είναι τοποθετημένη στο δρόμο για το Μοναστήρι!  Σ’ αυτή ο Προφήτης Ηλίας χαρακτηρίζεται με το προσωνύμιο Λεσβίτης (!!!).  Επι­πλέον, ως χρόνος κτίσης της μονής στη σημερινή θέση αναγράφεται εσφαλμένα το έτος 1598. Τέλος, οι τοιχογραφίες του ναού τοποθετούνται αποκλειστικά στο 17ο αιώνα.
Πώς όμως έχουν τα πράγματα;
Επιτρέψτε μου να χρησιμοποιήσω για την απάντηση την άρτι εκδοθείσα μελέτη του Θ. Δ. Κοσμά, «ΕΠΙΓΡΑΦΙΚΕΣ ΜΑΡ­ΤΥ­ΡΙΕΣ ΣΤΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΖΙΤΣΑΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ (Β΄ ΜΙΣΟ 16ου ΑΙΩΝΑ - 1911)», ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, ΤΟΜΟΣ 44, ΙΩΑΝΝΙΝΑ 2010, σελ. 263-412, η οποία παρέχει τα όλα τα εχέγγυα της αδιαμφισβήτητης ιστορικής τεκμηρίωσης.
Όσον αφορά το πρώτο σφάλμα, πέρα από το γεγονός ότι είναι τοις πάσι γνωστό ότι ο Προφήτης Ηλίας επωνυμείται Θεσβίτης, ως καταγόμενος από τη Θίσβη της Μικράς Ασίας, διαθέτουμε και τη μαρτυρία της υπέρθυρης εσωτερικής επιγραφής του ναού, που έχει ως εξής: [+ΟΥΤΟΣ] Ο ΠΑΝΣΕΠΤΟΣ Κ(ΑΙ) ΘΕΙΟΣ ΝΑΟΣ Ο ΗΣ ΟΝΟΜΑ ΤΙΜΩΜΕΝΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟ[ΞΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ / ΗΛΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕ]ΣΒΗΤΟΥ...[3]. Όσον αφορά τη χρονολογία κτίσης της μονής, το ορθό, όπως προκύπτει από εμπεριστατωμένη εκτενή αναφορά του Θ. Κοσμά στο σύστημα διπλής χρονολόγησης που ήταν ακόμη σε χρήση το 17ο αιώνα στην περιοχή της Ηπείρου, καθώς και από το συσχετισμό των επιγραφών αρ. 22 και 23 της προμνησθείσας εργασίας[4], είναι ότι ο κυρίως ναός χτίστηκε το έτος 1656 και ιστορήθηκε (αγιογραφήθηκε) ένα χρόνο μετά, δηλαδή το 1657. Σε σχέση, τέλος, με την πληροφορία ότι οι αγιογραφί-ες στη μονή είναι αποκλειστικά του 17ου αιώνα, θα πρέπει να τονίσουμε πως πρόκειται για τη μισή αλή-θεια. Δηλαδή αυτό αληθεύει για το καθολικό (κυρίως ναό), που χτίστηκε, όπως προείπαμε, το 17ο αιώνα, ενώ η αγιογράφηση του προσαρτημένου νάρθηκα χρονολογείται στα 1800, λίγο μετά την κτίση του κατά το έτος 1799, όπως και πάλι αποδεικνύεται από τα επιγραφικά δεδομένα[5].
Και τώρα, σύμφωνα με τον αρχικό μου σχεδιασμό, θα αναφερθώ αδρομερώς και στις υπόλοιπες πινακίδες, υποδεικνύοντας κατά περίπτωση με τη μορφή ερωτημάτων  τις αναγκαίες διορθώσεις:
1) Πινακίδα που αφορά τη Βιβλιοθήκη (μπροστά από το Πνευματικό Κέντρο): α) Η θέση της είναι η δέουσα ή δημιουργείται σύγχυση; β) Τα εισαγωγικά στη λέξη πλούσια είναι απαραίτητα; γ) Είναι κανείς σε θέση να αναφέρει έστω και ένα από τα μοναδικά, πολύτιμα βιβλία που δεν υπάρχουν σε άλλες βιβλιοθήκες και σώζονται σε πολύ καλή κατάσταση;
2) Τεράστια πινακίδα στην είσοδο του χωριού: Η «Γιορτή Κρασιού Δήμου Ζίτσας» είναι αξιοθέατο (!), όπως τα υπόλοιπα που αναφέρονται στην πινακίδα; Και τι δουλειά έχει στην ίδια παρενθετική επεξήγηση που αφορά το ναό της Παναγίας;
3) Πινακίδα σχετική με την Πινακοθήκη: Η φράση ...του συνδεδεμένου μέσω στενών οικογενειακών δεσμών με τη Ζίτσα σημαντικού νεοέλληνα ζωγράφου Κώστα Μαλάμου είναι η περιφραστική απόδοση της λέξης Ζιτσιώτη;
4) Πινακίδα σχετική με το Λαογραφικό Μουσείο: Πόσο ακριβής είναι η φράση Στο χώρο αυτό εκτίθενται παραδοσιακές στολές και αντικείμενα – αντίκες της καθημερινής ζωής των ανθρώπων από τα τέλη του 19ου έως και τα μέσα του 20ού αιώνα; Άραγε δεν υπάρχουν αντικείμενα προγενέστερα του τέλους του 19ου αιώνα;
5) Εντοιχισμένη στην οικία Ζέρβα επιγραφή αναφερόμενη στη Χρυσάνθη Ζιτσαία: α) Γεννήθηκε όντως στην πατρική οικία στη Ζίτσα ή μήπως, όπως είναι και το ιστορικά ακριβές, στην Ιταλία; β) Χρυσάνθη Οικονομίδη Ζιτσαία είναι το σωστό ή  μήπως Χρυσάνθη Ζέρβα (το πατρικό της επώνυμο) – Οικονομίδη (το επώνυμο του συζύγου της), «Ζιτσαία» (το καλλιτεχνικό της ψευδώνυμο από τον τόπο καταγωγής της);
Θα υπερισχύσει, άραγε, έστω και τώρα, η ανάγκη αποκατάστασης των λαθών και των ανακριβειών σε μια υπόθεση που, όπως φάνηκε, μας εκθέτει συλλογικά; Ή θα επιλεγεί, σύμφωνα και με το κλίμα των καιρών, μια τακτική αναβλητικότητας και παραπομπής στις καλένδες με την επίκληση της οικονομικής κρίσης; (!)



                                                                                       Ζίτσα – Γιάννενα, 27-6-2012
                                                                                                  
                                                                                                   ΝΤΙΝΟΣ ΚΟΣΜΑΣ





[1] Βλ. σχετικά με την επίσκεψη και την παραμονή του Βύρωνα στη Ζίτσα και στη μονή Προφήτη Ηλία Θ. Δ. Κοσμάς, Η Ζίτσα του 19ου αιώνα όπως την είδαν οι ξένοι περιηγητές, Ιωάννινα 1998, σελ. 42-43, 47-50.
[2] Ό.π. , σελ. 42-43.
[3] Θ. Δ. Κοσμάς, «Επιγραφικές μαρτυρίες στα εκκλησιαστικά μνημεία της Ζίτσας Ιωαννίνων (β΄ μισό 17ου  αιώνα-1911), επιγραφή αρ. 23, σελ. 292-293.
[4] Θ. Δ. Κοσμάς, «Επιγραφικές μαρτυρίες …», σελ. 292-294.
[5] Θ. Δ. Κοσμάς, «Επιγραφικές μαρτυρίες …», επιγραφή αρ. 46, σελ. 315.

Δεν υπάρχουν σχόλια: