Τετάρτη 22 Απριλίου 2020

Ευεργέτες από τη Ζίτσα




Η Ζίτσα από τα πολύ παλιά χρόνια είχε το ευτύχημα να συγκανταριθμεί  μεταξύ τω κατοίκων της τέκνα που διακρίθηκαν για τα φιλάνθρωπα  κι αλτρουιστικά  τους αισθήματα  κι έτρεφαν παθολογική αγάπη προς τη γενέτειρά τους.
Με ευλάβεια θα αναφέρουμε τα ονόματά τους  και τις ευεργετικές και φιλανθρωπικές τους πράξεις.

1.       Δοσίθεος Φιλίτης, Μητροπολίτης  Ουγγροβλαχίας 1721- 1825


Γεννήθηκε στον Παρακάλαμο Ιωαννίνων το 1734 και προερχόταν από οικογένεια ιερωμένων.
Ο πατέρας του ήταν παππάς (παπαΧρήστος Φιλίτης), ενώ ένας από τους άλλους τρεις μεγαλύτερους αδελφούς του καλόγερος. Τον μάγεψε ο μοναχικός βίος και προσήλθε ως καλογεροπαίδι στο Μοναστήρι Σώσινο του Παρακαλάμου.
Εκεί έλαβε το μοναχικό σχήμα και το όνομα Δοσίθεος από Δημήτριος, πού λέγονταν πριν.
Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε για δέκα χρόνια στο μεγάλο και ξακουστό μοναστήρι του αη Λιά της Ζίτσας, που ήταν τότε φημισμένο σ' όλη την Ήπειρο, όπου απέκτησε πολύπλευρη παιδεία.
Έχοντας ως εφόδιο τις ζηλευτές ’Ηπειρωτικές αρετές, την ακάματη εργατικότητα, τη σεμνότητα και τιμιότητα, τη χαλύβδινη θέληση κι απόφαση να προκόψει, ώστε να μπορέσει να φανεί ωφέλιμος και χρήσιμος στη Πατρίδα, ταξίδεψε στη Ρουμανία και γρήγορα αναδείχθηκε σε ηγούμενο του μοναστηριού του αγίου Ιωάννη.
Όταν ή έδρα τής Επισκοπής Βουζαίου τής Ρουμανίας κενώθηκε, εκλέχτηκε ομόφωνα Επίσκοπος και έδειξε τα ηγετικά του προσόντα και τα πνευματικά και ψυχικά χαρίσματά του.
Μόλις ο θρόνος τής Αρχιεπισκοπής της Ουγγροβλαχίας χήρεψε, αυτός ήταν ο εκλεκτός πού υποδείχτηκε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο από τον Έλληνα ηγεμόνα τής Βλαχίας και έγινε αποδεκτός. Ως Αρχιεπίσκοπος Ουγγροβλαχίας φτερούγισε η φήμη του για τις ποιμαντορικές, κοινωνικές, πατριωτικές πρωτοβουλίες και δράσεις του.
Γνώριμος τής φτώχειας και της στέρησης, συμπονούσε τούς απόκληρους και κατατρεγμένους της ζωής, και φρόντιζε με την απλοχεριά του ν’ απαλύνει τον πόνο τους.
Η Αρχιεπισκοπή του ήταν, εκτός από καταφύγιο των φτωχών, και το άσυλο των καταδιωγμένων από τούς Τούρκους Ελλήνων, που κατέληγαν εκεί από διάφορα μέρη της δουλωμένης πατρίδας.
Ενώ παρίστανε το φίλο στους Τούρκους, σφυρηλατούσε και παρασκεύαζε το λυτρωμό του Γένους.
Κατά τη διάρκεια του Ρωσσοτουρκικού πολέμου του 1812 και την είσοδο των στρατευμάτων της Ρωσίας στη Ρουμανία, οι Ρουμάνοι, που δεν καλόβλεπαν τους Έλληνες, λόγω της πολιτικής τους και οικονομικής τους ισχύος, συκοφάντησαν το Δοσίθεο και στο ηλιοβασίλεμα του βίου του εξορίστηκε στή Βεσσαραβία.
Όταν ο Ρωσσοτουρκικός πόλεμος τελείωσε ο Δοσίθεος λευτερώθηκε και το 1818 βρέθηκε στη Στεφανούπολη, όπου κα πέθανε σ’ ηλικία 104 χρονών.
Ένιωσε την ικανοποίηση στα τελευταία χρόνια τής ζωής του—υπεραιωνόβιος πιά—να πληροφορηθεί τον ξεσηκωμό τού Έθνους και να χαρεί για την ακριβοτίμητη λευτεριά του νότιου τμήματος της πατρίδας.
2. Κωνστάντιος Φιλίτης,


 Επίσκοπος Βουζαίου Ρουμανίας, 1750- 1835. Ανιψιός από αδελφή του Δοσιθέου Φιλίτη. Στις αρχές του 1813 αιώνα έστειλε χρήματα για να χτιστεί Δημοτικό και Ελληνικό Σχολείο. Απέστελλε  δε ετησίως μέχρι του 1825 και τα χρεώδη προς συντήρηση αυτών μετά τριών διδασκάλων και τινων υποτρόφων. Ο ίδιος προικοδότησε τα σχολεία με βιβλιοθήκη αξίας 4.000 γροσίων.

3. Σίλβεστρος Φιλίτης


 Ιατρός 1752- 1834 αδελφός του του Κωστάντιου Φιλίτη και ανεψιός  του Δοσίθεου Φιλίτη από την αδελφή του Χάιδω. Διέθεσε όλη την περιουσία του για την παιδεία όπως και ο αδελφός του Κωνστάντιος.
4. Χριστόδουλος Μανούσης
 Ιερεύς, παρέδωκε το 1822  στους μοναχούς του Προφήτη Ηλία  1.000 γρόσια , όπως από τους τόκους αυτών  να βοηθιέται   η Ελληνική Σχολή Ζίτσας.

5. Μιχαήλ Τυροκόμος
Ο Μιχαήλ Τυροκόμος  το 1832 παρέδωκεν εις την μονή του Προφήτη Ηλία Ζίτσας 1.000 γρόσια, προερχόμενα από προσόδους  εις την Βλαχίαν,   για την βοήθεια της Ελληνικής Σχολής Ζίτσας.

6. Παναγιώτης Ζέρβας
Ο Παναγιώτης Ζέρβας  ακολούθησε κι αυτός  το δρόμο της ξενιτιάς και εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι, όπου μετήλθε , όπως και πολλοί συμπατριώτες  του το εμπορικό επάγγελμα. Την περιουσία του  την οποία απέκτησε  καθώς γράφει εκ νεαράς ηλικίας  εν ιδρώτι του προσώπου του, διέθεσε σε διάφορα αγαθοεργήματα με διαθήκη του  που συντάχτηκε περι το 1860/61 , λίγο πριν το θάνατό του επισυμβάντος το 1861.  Κατέλειπε το 1861 και υπέρ της Ελληνικής Σχολής  200 φλωρία καισαροβασιλικά    των οποίων ο τόκος να χρησιμεύσει εις πληρωμήν των μισθών των διδασκάλων αυτής , καθώς και τη βιβλιοθήκη  του  συνεισφέροντας με τις μικρές του δυνάμεις  στην ενίστχυση της παιδείας.  

7. Αναστάσιος Γουδίνος
 Ο Αναστάσιος Γουδίνος γεννήθηκε στη Ζίτσα περί τα τέλη του 18ου αιώνα από γονείς Ζιτσαίους. Κατά μια πληροφορία  φυγαδεύτηκε νέος  από τον πατέρα του ως διωκόμενος υπό του Αλή πασά, μετέβη δε στη Βλαχία. Μεγαλέμπορος  στο Βουκουρέστι , με διαθήκη του  συνταγμένη στο Βουκουρέστι  στις 11 Ιουνίου  1868, αφήνει στα σχολεία  της Ζίτσας  , Ελληνικό και Δημοτικό  2.000 φλωριά για να αυξάνεται  ο μισθός των διδασκάλων  τους από τους τόκους , ίνα  ευρίσκωνται ευκόλως  άνδρες  πεπαιδευμένοι να διδάσκωσιν εν Ζίτση και να βελτιώσι  την κατάστασιν  της παιδείας , να εμπλουτίζεται  η βιβλιοθήκη με νέα βιβλία και να  συντηρούνται οι κτηριακές εγκαταστάσεις και γενικώς  να υλοποιείται ότι κρίνει καλό προς την κατεύθυνση  αυτή η ελληνική κοινότητα Ζίτσας.

8. Βασίλειος Σιλελής
Πολύ σημαντικό ήταν και το κληροδότημα Βασιλείου Σιλελή, δυστυχώς όμως παρέμεινε ανενεργό μέχρι την απελευθέρωση (και στη συνέχεια)  και η κοινότητα Ζίτσας δεν κατάφερε να αξιοποιήσει τις πράγματι ευεργετικές διατάξεις του. Ο Β. Σιλελής [ή Σιλελές ή Σελελές] γεννήθηκε στη Ζίτσα από γονείς αμφότερους Ζιτσαίους. Σε ηλικία 18 ετών αποδήμησε στη Ρουμανία, κοντά στους από πολλά χρόνια εγκατεστημένους εκεί και εμπορευόμενους θείους του, και συν τω χρόνω εξελίχθηκε σε έμπορο δραστήριο και απέκτησε σημαντική περιουσία. Νυμφεύθηκε θυγατέρα του διδασκάλου του Γένους Γεωργίου Γενναδίου, αλλά δεν τεκνοποίησε. Απεβίωσε περί το 1891 στο Γιούργεβο .
 Στη διαθήκη του, υπό ημερομηνία 9-8-1891 και τόπο σύνταξης το Γιούργεβο , άφησε κληρονόμο τον τότε διάδοχο του Ελληνικού θρόνου Κων/νο, όριζε δε να γίνουν στην πατρίδα του Ζίτσα εκτός των άλλων αγαθοεργημάτων (νεκροταφείο των 2 συνοικιών κτλ.) 1) Τεχνικοεπαγγελματική σχολή (σιδηρουργείο κτλ.) στην πατρική του οικία και 2) Ελληνική Σχολή ή στην ίδια θέση με την ήδη υπάρχουσα πλην όμως σε πολύ κακή κτιριακή κατάσταση ή κοντά στη Δημοτική Σχολή παρά τον Άγιο Δημήτριο. Ωστόσο, η επιθυμία του δεν έμελλε να ευοδωθεί. Η περιουσία του, συγκείμενη από καλλιεργήσιμες γαίες, άροτρα, εκατοντάδες βοών και βουβάλων και αποθήκες γεννημάτων, ήταν συνεταιρική με Ρωμούνο ισχυρό, πεθερό του τότε διευθύνοντα την Ελληνική πρεσβεία Βουκουρεστίου. Έτσι, η μεγάλη περιουσία του Σιλελέ μειώθηκε δραστικά. Έλαβαν κάποιο ποσό οι δύο αδελφές του και η άτεκνη σύζυγός του και μόνον 60.000 ή 80.000 χρυσές δρχ. περισώθηκαν και απεστάλησαν στο ΥΠΕΞ, στο οποίο ο κληρονόμος διάδοχος ανέθεσε κάθε φροντίδα σχετικά με το κληροδότημα τούτο. Το ΥΠΕΞ στο μεταξύ για 20 περίπου έτη απλώς αρκέστηκε, αφού κατέθεσε το ποσό στην ΕΤΕ, να κεφαλαιοποιεί ετησίως τους τόκους. Στην ουσία το κληροδότημα έμεινε ανενέργητο μέχρι το 1911, οπότε ο Ν. Ξυλάνης  προσπάθησε να το ενεργοποιήσει εκμεταλλευόμενος και την προσωπική του γνωριμία με τους Αντ. Σαχτούρη, τμηματάρχη του ΥΠΕΞ, και Ιωάννη Δραγούμη, γραμματέα. Αλλά παρά τις υποσχέσεις τίποτε δεν κατορθώθηκε. Ήδη τα προηγούμενα χρόνια και οι προσπάθειες των εν Ζίτση εκτελεστών Δ. Τζέτζη και Αναστασίου Γουδίνου απέβησαν άκαρπες . Οι φιλεκπαιδευτικές διατάξεις του ευεργέτη δεν κατέστη δυνατόν να υλοποιηθούν, όμως είναι αποκαλυπτικές του ενδιαφέροντος του Σιλελέ για την παιδεία. Πέρα από τη θεωρητική εκπαίδευση συνέλαβε την ανάγκη παροχής τεχνικών – επαγγελματικών γνώσεων, τις οποίες θεωρούσε ως απαραίτητα εφόδια για την επαγγελματική σταδιοδρομία των αποφοιτούντων.

                                                      9. Αναστάσιος  Δ. Φιλίτης

Ο Αναστάσιος Φιλίτης γεννήθηκε το 1793 στη Ζίτσα από γονείς Ζιτσαίους, το Δημήτριο και την  Αγγελική Φιλίτη. Προφανώς φοίτησε στα σχολεία της γενέτειρας αρχικά, αφού ήταν ήδη 15 ετών όταν αναχώρησε για Βουκουρέστι  και στη συνέχεια στο Ελληνικό Λύκειο Βουκουρεστίου. Αργότερα προσανατολίστηκε σε ανώτερες σπουδές και με υποτροφία του θείου του Δοσιθέου Φιλίτη, κατά πληροφορία που δεν κατέστη δυνατόν να διασταυρωθεί, σπούδασε νομικά στην Πίζα, έλαβε δε το πτυχίο του στις 15 Ιουνίου του 1829. Μετά  το πέρας των σπουδών του επέστρεψε στο Βουκουρέστι, όπου σταδιοδρόμησε ως δικηγόρος.
Σύμφωνα με το Νικόλαο Ξυλάνη κατά τη διάρκεια του βίου του ουδέποτε εξεδήλωσεν  ενδιαφέρον δια την ιδίαν του πατρίδα ουδέ διατέλει εις  σχέσεις  μετά των εν Ρουμανία Ζιτσαίων. Εντούτοις , ως εξάγεται  εκ της διαθήκης του, εις το βάθος της καρδίας εκρύπτετο  η ενθερμωτάτη  προς την Ελληνικήν πατρίδα αγάπη.
Το Κληροδότημα του Αναστασίου Δ. Φιλίτη διατέθηκε βασικά για υποτροφίες, ώστε να δοθεί η δυνατότητα  σε νέους  από τη γενέτειρα Ζίτσα  και την κοινότητα Ιωαννίνων για συνέχιση  των σπουδών τους (  αφορά εξ ημισείας τις δύο κοινότητες). Διαχειριστής του κεφαλαίου του ορισμένου  για υποτροφίες ορίστηκε  ο Σύλλογος προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων. Επιπροσθέτως ο Αν. Φιλίτης άφησε 600  ΚΒ φλωριά στη Σχολή Ζίτσας, με τον όρο να αγοραστεί  από τους εκτελεστές ακίνητο κτήμα στα Ιωάννινα, το εισόδημα  του οποίου να χρησιμεύει  προς διδασκαλίαν των εν τη μνησθείση Σχολή  εκπαιδευομένων ,  που δεν τηρήθηκε, γιατί οι εκτελεστές προτίμησαν  να καταθέσουν στην τράπεζα το ποσόν, οι τόκοι του οποίου , ανερχόμενοι σε 25 εικοσόφραγκα περίπου, άρχισαν να καταβάλλονται από της 1ης Ιανουαρίου 1887. Ας σημειωθεί πως το κληροδότημα το προορισμένο για υποτροφίες άρχισε να λειτουργεί μόλις το 1886, τρία χρόνια μετά το θάνατο του διαθέτη, επισυμβάντα  στο Βουκουρέστι στις 10-12-1883 (η διαθήκη είχε συνταχθεί νωρίτερα, το 1875 και τροποποιηθεί ελαφρά το 1878) λόγω δικαστικών αγώνων με τους κληρονόμους, που επίσης κατέληξαν  σε συμβιβασμό. Σύμφωνα με το συμβιβαστικό συμβόλαιο , από το εισόδημα που ο Αναστάσιος Φιλίτης κατέλιπε με τη διαθήκη του στο Σύλλογο προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων το 1/3  θα λάβουν  οι συγγενείς και τα υπόλοιπα 2/3 θα περιέλθουν αμέσως στο Σύλλογο, προκειμένου να εκτελεστούν πληρέστατα οι θελήσεις  του διαθέτη. Το εισόδημα ή οι τόκοι των χρημάτων , τα οποία θα σταλώσιν εις τον Σύλλογον θα χρησιμεύση εξ ημισείας  προς εκπαίδευσιν νέων  εκ Ζίτσης και Ιωαννίνων, μηδενός των δύο Δήμων  δυναμένου ν’ αντιποιήται  τα δικαιώματα του άλλου. Τούτο τυγχάνει εν αυτώ τω πνεύματι της διαθήκης, η δε παρούσα πράξις εξηγεί απλώς την διάταξιν περί ης ο λόγος.
(πηγή: Θεοδώρου Δ. Κοσμά, «Η Ζίτσα του 19ου  αιώνα. Γένεση και εξέλιξη του εκπαιδευτικού φαινομένου {1778-1913}»

10. Δημήτριος Φιλίτης


 Γεννήθηκε περί το 1817 στη Ζίτσα από γονείς Ζιτσαίους, ήταν ανεψιός του Αναστασίου Φιλίτη. Αφού  τελείωσε τις σπουδές του στο Ελληνικό Σχολείο της Ζίτσας , ταξίδεψε στη Ρουμανία, όπου ως εμπορευόμενος  απέκτησε μεγάλη περιουσία. Το 1872 διέθεσε το πατρικό του σπίτι  για Παρθεναγωγείο , όπου τα κορίτσια εκτός της στοιχειώδους  εκπαίδευσης μάθαιναν  και υφαντική, ανέλαβε  δε πλήρως τα έξοδα λειτουργίας του. Παράλληλα διέθεσε σημαντικά ποσά και στα σχολεία αρρένων. 
 Η οικία του Δ. Φιλίτη όπου στεγάστηκε το Παρθεναγωγείο από το 1872 μέχρι το 1891, οπότε το κτήριο κρίθηκε ακατάλληλο και το Παρθεναγωγείο  στεγαζόταν σε διάφορα σπίτια ως το 1923 που το Δημοτικό έγινε μεικτό.

11. Μιχαήλ Κατσουλίδης

Ο Μιχαήλ Κατσουλίδης  θείος της Ελένης Λιόντου, έμμεσος ευεργέτης, πλούτισε στην Ρουμανία από τις επιχειρήσεις του  ενοικιάσεως  και υπενοικιάσεως του δικαιώματος  αλιείας  στο Δούναβη. Η Ελένη Λιόντου ως η μοναδική κληρονόμος του θείου της  ολόκληρο το κληρονομικό της μερίδιο το διέθεσε για την ανέγερση της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου.
Τον αποκαλούσαν "φιλόσοφο" γιατί ήταν πολύ έξυπνος.

12. Δημήτριος Λιόντος  και η σύζυγός του Ελένη

Ο Δημήτριος Παναγ. Λιόντος, κτηματίας από τη Ζίτσα , συνεχίζοντας την παράδοση των προγενέστερων μεγάλων ευεργετών , διέθεσε μεγάλο χρηματικό ποσό στον Άγιο Νικόλαο  του μεγάλου μαχαλά "προς ανέγερσιν της εκκλησίας ταύτης  εκ θεμελίων και κατά σχέδιον της Αγίας Αικατερίνης Ιωαννίνων " , η θεμελίωση της οποίας έγινε το 1890 από τον Μητροπολίτη Ιωαννίνων Γρηγόριο Καλλίδη, ο οποίος έκανε και τα εγκαίνια του ναού.
  Ο Δ. Λιόντος πέθανε το 1905 πάμφτωχος  στη Ζίτσα, αφού ξόδεψε και την τελευταία δεκάρα του στο χτίσιμο  της εκκλησίας. Θάφτηκε στον περίβολό της , όπου σώζεται ο τάφος του, επί του οποίου χαράχτηκε  η επιγραφή. "ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΛΙΟΝΤΟΣ ΤΥΓΧΑΝΕΙ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΣΕΠΤΟΥ ΝΑΟΥ Ο ΚΤΗΤΩΡ  ΚΑΙ ΤΗς ΖΙΤΣΗΣ Ο ΚΟΣΜΗΤΩΡ".

13. Δημήτριος  Παπασταύρος ή Ζιτσαίος (1811-1897)



 Το επώνυμο Ζιτσαίος το υιοθέτησε  στην ξενιτιά από την άπειρη αγάπη που αισθανόταν προς τη γενέτειρα. 
Γεννήθηκε στη Ζίτσα το 1811. Εκπαιδεύτηκε στα σχολεία της Ζίτσας, των Ιωαννίνων , καθώς και στην Ιατρική Σχολή Αθηνών. Έφυγε για το Βουκουρέστι και στην συνέχεια πήγε στο Παρίσι, ως υπότροφος του Δοσιθείου Κληροδοτήματος , για να τελειοποιήσει την ιατρική επιστήμη.  Τελικά εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι , όπου άσκησε με επιτυχία το επάγγελμα και αξιώθηκε να αναγορευτεί  αρχίατρος του ρουμανικού στρατού.  Με ιδιόγραφη διαθήκη καταθέτει μεγάλο  μέρος της περιουσίας του στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, με σκοπό  "όπως με τους τόκους εκτελώνται εις την Ζίτσαν της Ηπείρου , όπου εγεννήθην, αγαθοεργήματα".Από το κληροδότημα έγιναν αρκετά έργα στη Ζίτσα, όπως πλατείες, οι κοινοτικές στέρνες κοντά στην Αγία Παρασκευή, λιθόστρωτοι δρόμοι  στον οικισμό, ο αμαξιτός  δρόμος προς Ιωάννινα κ.α. Ο θάνατος τον βρήκε στο Γκουμέστι της Ρουμανίας στις 22/8/1897.




Ο Δ. Ζιτσαίος έμαθε τα πρώτα γράμματα στο σχολείο που είχε ιδρύσει (1813) ο επίσκοπος Βουζαίου Κωνστάντιος Φιλίτης . Το σχολείο ΄είχε Δημοτικό με τέσσερις τάξεις και Ελληνικό.


14. Νικόλαος Κ. Γύρας
Ο Νικόλαος Γύρας γεννήθηκε στη Ζίτσα γύρω στα 1845 από φτωχούς γονείς, έμαθε τα πρώτα γράμματα στα Σχολειά της Ζίτσας και τελείωσε  τις εγκύκλιες σπουδές του στη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων. Αμέσως δε στην εφηβική  του ηλικία, ταξίδεψε στη Θεσσαλία, όπου υπηρέτησε ως γραμματικός σ' ένα αγρόκτημα και ύστερα από λίγα χρόνια  έφυγε για την Αίγυπτο. Εκεί χρημάτισε σε ίδια υπηρεσία. Απόχτησε δε μεγάλη  πείρα στο εμπόριο των αγροτικών προϊόντων, κυρίως του βαμβακιού κι άρχισε δικές του επιχειρήσεις, τύπος δε έξυπνος  και δραστήριος όπως ήταν  δεν άργησε να πλουτίσει.
Ο αείμνηστος αυτός ευεργέτης διαπνεόταν από φιλάνθρωπα αισθήματα άφησε δε μετά το θάνατό του (1919) κληροδότημα  με τον αποκλειστικό σκοπό την προικοδήτηση φτωχών  και τιμίων κοριτσιών από τη γενέτειρά του τη Ζίτσα, και τα γειτονικά χωριά, Καρίτσα, Πρωτόπαππα, Νεοχώρι, Λιγοψά, Δαφνόφυτο και Σακελλαρικό.

15. Αναστάσιος Γάγαλης

Ο Αναστάσιος Γάγαλης του Κων/νου γεννήθηκε στη Ζίτσα το 1860. Πλούσιος γαιοκτήμονας  στη Ρουμανία, μετά την απαλλοτρίωση των κτημάτων του εγκαταστάθηκε  στην Αθήνα, όπου αγόρασε και ολόκληρο χωριό (Μπουγιάτι Αττικής) . Κατά το 1904 νυμφεύτηκε στη Βραϊλα την Ευθυμία Κουτσογιαννοπούλου.To 1903  με δαπάνες του  χτίστηκε ο ναός της Αγίας Τριάδας στη Ζίτσα .


16.Νικόλαος Γ. Ξυλάνης
Σχολάρχης 1845- 1943. Αυτός με διαθήκη του  άφησε στην κοινότητα Ζίτσας ποσόν από τριάκοντα περίπου χιλιάδες δραχμές  , όπως από τους τόκους τους αποστέλλονται νέοι φτωχών οικογενειών  από τη Ζίτσα  στην Αναγνωστοπούλειο  Σχολή  Κονίτσης για να πλουτίζουν τις γεωργικές τους  γνώσεις. Άφησε επίσης  το σπίτι του καθώς και τα λίγα κτήματα  στη Ζίτσα για να συσταθεί  Κληροδότημα  για τον παραπάνω σκοπό.  Η χρηματική του περιουσία  όμως η οποία αποτελούνταν από έντοκα γραμμάτια προς διαφόρους  οφειλέτες  του, εξανεμίστηκε με το νόμο 18/1944 «περί νομισματικής διαρρυθμίσεως»  κι έτσι η επιθυμία του έμεινε ανικανοποίητη .

17. Ιωάννης Παπαπέτρου 

Γεννήθηκε στη Ζίτσα το 1906.Ο πατέρας του Δημήτριος Παπαπέτρου ήταν γιατρός στη Ζίτσα, που την εποχή εκείνη, ήταν το κέντρο μιας σφύζουσας από ζωή περιοχής πενήντα περίπου χωριών. Παιδί μιας πολυμελούς (4 αδέλφια και 3 αδελφές) και ευκατάστατης οικογένειας, ο μικρός Γιάννης έμαθε τα πρώτα γράμματα  στη Ζίτσα και στη συνέχεια έβγαλε το Γυμνάσιο  στα Γιάννενα που μόλις είχαν ελευθερωθεί.
Το 1932 πτυχιούχος  πλέον της Ιατρικής  του Πανεπιστημίου Αθηνών, επιστρέφει στην Ήπειρο και αρχίζει την επαγγελματική του καριέρα στον Τσαμαντά Φιλιατών.  Το κενό όμως που άφησε ο θάνατος του πατέρα του τον αναγκάζει  ύστερα  από ένα περίπου χρόνο να εγκατασταθεί στη Ζίτσα, όπου παρέμεινε  μέχρι το 1945. Το δύσβατο της περιοχής  και η ανυπαρξία οδικού δικτύου την εποχή εκείνη καθιστούσαν  δυσχερέστατη τη μετακίνηση των ασθενών. Έτσι η ιατρική επίσκεψη γινόταν πράξη ηρωισμού, γιατί ο γιατρός παρόλες τις αντίξοες  συνθήκες  ήταν υποχρεωμένος καβάλα στο άλογο να κάνει πολύωρη πολλές φορές  και κοπιαστική πορεία  μέχρι να φτάσει  στον ασθενή του. Μέσα σε τέτοιες δυσκολίες  ο Γιάννης Παπαπέτρου  στάθηκε, ως γιατρός με την επιστημονική του κατάρτιση και ως άνθρωπος  με την απέραντη, πάντα δίπλα σε όσους είχαν την ανάγκη του. Το Δεκέμβριο του 1944 γνωρίζεται με την Κατίνα Χατζηιωάννου , που τρία χρόνια αργότερα το 1947, θα γίνει σύζυγός του και σύντροφος  στη ζωή μέχρι το θάνατό του.
Μετά το 1945 εγκαθίσταται στην Αθήνα και εργάζεται στην αρχή ως ελεύθερος επαγγελματίας . Το 1946 αρχίζει  να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο εργοστάσιο  «ΕΛΑΪΣ», ενώ παράλληλα αναλαμβάνει και το Ταμείο Αρτεργατών διατηρώντας συγχρόνως  το ιδιωτικό του ιατρείο. Το 1953 ανοίγονται για το Γιάννη Παπαπέτρου  νέοι ορίζοντες.  Εκλέγεται για πρώτη φορά βουλευτής Ιωαννίνων. Επανεκλέγεται και στις εκλογές  του 1961. Από τη θέση αυτή προσφέρει  πολλές υπηρεσίες  και βοηθάει να λυθούν πολλά χρονίζοντα  προβλήματα  της περιοχής.  Παρ’  όλες τις  ευθύνες  που απαιτεί η ενασχόλησή του με την πολιτική  δε σταματάει την άσκηση της Ιατρικής, την οποία αισθάνεται ως λειτούργημα. Παραμένει  ως το 1971 στο Ταμείο Αρτεργατών  και στην «ΕΛΑΪΔΑ» ως το 1982 οπότε αποχώρησε  οριστικά από την ιατρική.  Μέχρι τον αιφνίδιο θάνατό του  έζησε ήρεμα  δίπλα στην αγαπημένη του  Κατίνα μοιράζοντας  το χρόνο του ανάμεσα στην Αθήνα και τη γενέτειρά του , τη Ζίτσα, που ποτέ δεν ξέχασε. Στην τελευταία του  κατοικία τον συνόδευσαν με συγκίνηση πολλοί συγγενείς , φίλοι και συγχωριανοί. Τον αποχαιρέτησαν με θερμά λόγια εκ μέρους της Κοινότητας Ζίτσας, ο Πρόεδρος κος Δ. Γιούνης και εκ μέρους της Αδελφότητας Ζιτσαίων, ο αντιπρόεδρος κος Μάνθος Κοντονίκας.

18. Αθανάσιος Βαδόκας




Ο Αθανάσιος Βαδόκας γεννήθηκε το 1920 στη Ζίτσα. Γονείς του ήταν ο Βασίλειος και η Αρτεμισία Βαδόκα. Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη Ζίτσα,  όπου έμαθε τα πρώτα του γράμματα. Έφηβος πια το 1936 φεύγει για την Αθήνα με μόνα εφόδια τις συμβουλές και την ευχή της μάνας του.
Στην Αθήνα εργάζεται σε διάφορες δουλειές , κυρίως στο αρτοποιείο της θείας του , Ελένης  Λέντζου στην Καλλιθέα, η οποία κατά κάποιο τρόπο ήταν και κηδεμόνας του.  Εκείνα τα χρόνια η δουλειά σ’  ένα αρτοποιείο ήταν ευτύχημα για τα επαρχιωτόπουλα. Εκεί είχαν τουλάχιστον καθημερινό φαγητό και ζεστασιά που τα έσωζε κυριολεκτικά   από τη φυματίωση που τότε «σάρωνε» τα νιάτα  που έφταναν στην πρωτεύουσα  για μια καλύτερη ζωή.
Ανήσυχο όμως μυαλό ο Θανάσης Βαδόκας  αποφασίζει το 1938 να εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη , όπου εργάζεται κι εκεί στο αρτοποιείο του θείου του Ιωάννη  Ντάγκα, που τα χρόνια εκείνα ήταν το μεγαλύτερο και γνωστότερο στη Θεσσαλονίκη. Η κήρυξη του πολέμου τον βρίσκει στη Θεσσαλονίκη  και αμέσως παρουσιάζεται στο στρατόπεδο της Κορίνθου , μαζί με άλλους συγχωριανούς του, για να υπηρετήσει την πατρίδα.
Με την ιδιότητα του οδηγοί στα βαριά άρματα μάχης, πολέμησε  στην Πίνδο  και στην Πελοπόννησο , πήρε μέρος σε πολλές μάχες και δύσκολες επιχειρήσεις, τόσο στον Ελληνοϊταλικό όσο και στον Εμφύλιο  πόλεμο. Το τέλος του πολέμου  τον βρίσκει στη Ζίτσα, στο μύλο του Μήτρου Σταύρου, στη Γλίζανη.
Το 1944, ο ζιτσαίος  Κώστας Έξαρχος, συμβολαιογράφος  Αθηνών , με  επιστολή του, τον πληροφορεί ότι ο πατέρας του ήταν  μεταξύ των εκτελεσθέντων ,  ενώ κακοπροαίρετοι συνεργάτες του λυμαίνονταν την περιουσία του και κακομεταχειρίζονταν το εργοστάσιο  στην Αθήνα. Μετά από αυτή την είδηση παίρνει την  μεγάλη και καθοριστική για τη ζωή του απόφαση  να εγκατασταθεί στην Αθήνα , με σκοπό να συνεχίσει της πατρικής επιχείρησης, που ήταν ένα εργοστάσιο κατασκευής  σουστών  αυτοκινήτων  και να βάλει ένα τέλος στο χάος που είχε δημιουργηθεί μετά το θάνατο του πατέρα του. Οι γνώσεις πάνω στο αντικείμενο  ήταν ανύπαρκτες  αλλά η διάθεση για σκληρή δουλειά  και δημιουργία ήταν μεγάλη. 
Έτσι σιγά – σιγά η επιχείρηση άρχισε να αποδίδει καρπούς . Το 1947  νεαρός επιχειρηματίας πλέον έρχεται στη Ζίτσα για να γιορτάσει το Πάσχα με τη μητέρα του. Τη Μεγάλη Παρασκευή σε μια βόλτα  που έκανε στα Γιάννενα, στο Γυαλί Καφενέ  γνωρίζει την αγαπημένη του Μαρίκα  με την οποία παντρεύονται το 1950. Από το γάμος τους απόκτησαν δύο κόρες την  Γιολάντα και την Άρτεμη και τέσσερα εγγόνια την Ροζελίτα και τη Μίρκα, κόρες της Γιολάντας και τον Αναστάση και το Θάνο , γιούς της Άρτεμης.
Το 1950 η επιχείρηση  έχοντας πλέον πάρει την ανιούσα  στεγάζεται σε ένα σύγχρονο , καινούριο εργοστάσιο  4.000 τ.μ  επί της Λεωφόρου Καβάλας.  Η σκληρή δουλειά και ο αγώνας συνεχίζεται.  Έτσι το 1965 σαν επιχειρηματίας κάνει  άλλο ένα μεγάλο άλμα και οικοδομεί το τεράστιο ακίνητο που στεγάζει το σταθμό των Υπεραστικών Λεωφορείων στον Κηφισό  και δίπλα ένα καινούριο εργοστάσιο  με ακόμη πιο σύγχρονο εξοπλισμό.  Το 1987 οικοδομεί το τρίτο στη σειρά  εργοστάσιο στην οδό Δράκοντος  στην Αθήνα με σκοπό  την κάλυψη των  απαιτήσεων της επιχείρησης  που αυξανόταν συνεχώς.  Τα χρόνια περνάνε και η τρίτη γενιά , η Γιολάντα και η Άρτεμη, εργάζονται στην επιχείρηση με ζήλο. Το 1998 το εργοστάσιο  μεταστεγάζεται στη Θήβα της Βοιωτίας σε υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις  15.000 τ.μ . Σήμερα αναλαμβάνει τα ηνία  η τέταρτη γενιά , τα εγγόνια του Θανάση Βαδόκα  ολοκληρώνοντας τις σπουδές , που σχετίζονται με το αντικείμενό τους.
  Η προσφορά
Η Αδελφότητα Ζιτσαίων της Αθήνας τίμησε το μεγάλο συμπατριώτη μας  και για 30  χρόνια τον  εξέλεγε πρόεδρό της . Από τη θέση αυτή με το συνεχές ενδιαφέρων του,  με τις γνωριμίες  του αλλά και με γενναίες οικονομικές  συνεισφορές , συνέβαλε αποφασιστικά στην κατασκευή  του δρόμου Ζίτσας  - Κληματιάς, στην ίδρυση και εγκατάσταση της Μαθητικής εστίας, στην οικοδόμηση του Γυμνασίου, στην ίδρυση και εγκατάσταση στη Ζίτσα του Συνεταιριστικού Οινοποιείου.
Το 1977 οικοδομεί εκ βάθρων το καλαίσθητο  κτίριο της βιβλιοθήκης, στο κέντρο του χωριού, όπου  για πολλά χρόνια φιλοξενούνται  και τα γραφεία της Κοινότητας, αργότερα του Δήμου και σήμερα της Δημοτικής Ενότητας και του ΚΕΠ. Εμπλουτίζει δε τη βιβλιοθήκη μαζί με άλλους Ζιτσαίους, όπως η Χρυσάνθη Ζιτσαία κι ο αρχίατρος Δημήτρης Γιούνης, με εκατοντάδες  τόμους βιβλία δημιουργώντας έτσι έναν πνεύμονα γνώσης στο χωριό και συνεχίζοντας την παράδοση  της μεγάλης Φιλιτείου Βιβλιοθήκης, που δυστυχώς καταστράφηκε.
Αλλά και πάλι ο Θανάσης Βαδόκας δεν σταματά εδώ. Τούτη τη μεγάλη πολιτιστική προσφορά  συμπληρώνει με αυτή προς το έθνος και την ιστορία του. Στον αύλειο χώρο της Βιβλιοθήκης  στήνονται οι προτομές του εθνομάρτυρα  Δημητρίου Νικολίδη και του Πατριάρχη Ιερεμία Α' , τέκνα αμφότεροι της Ζίτσας, με τεράστια προσφορά στον αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία.
Το 1992 ο Θανάσης Βαδόκας με απλοχεριά , ίδια με αυτή  των συναισθημάτων του και της αγάπης του για τη Ζίτσα, κτίζει τον Τουριστικό Ξενώνα της Καλλιθέας  με το καφενείο. Ένα έργο που πέρα από τη δυνατότητα της φιλοξενίας, που δίνει στον τόπο, συγχρόνως είναι και ένας χώρος πολλαπλών χρήσεων, άνετος και πολιτισμένος , όπου μπορούν να οργανώνονται γάμοι, χοροί, συνεστιάσεις και συγκεντρώσεις, ενώ παράλληλα οι κάτοικοι του χωριού απολαμβάνουν το καφενείο έτσι όπως το έχουν μάθει από παλιά, σαν τόπο συνάντησης  με τον καφέ και το ρακί, το τάβλι και το "χαρτάκι" και τις ατέλειωτες θορυβώδεις συζητήσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι και αυτός και η  γυναίκα του Μαρίκα εργάστηκαν με πάθος και πέραν πολλές δυσκολίες και ταλαιπωρίες μέχρι να ολοκληρωθεί το έργο αυτό.
Με την προσφορά  του ο Θανάσης Βαδόκας συγκαταλέγεται μέσα στους μεγάλους ευεργέτες της Ζίτσας. Το ήθος και η αγάπη για τον τόπο του διεκδίκησε μια θέση  στην καρδιά των ανθρώπων της ιδιαίτερής πατρίδας του, ενώ  παράλληλα αφήνει μια γνήσια παρακαταθήκη  ανθρωπιάς σ'  εμάς τους νεότερους.                                         

      

19. Γεώργιος Β.  Γύρας




Γεννήθηκε στη Ζίτσα το έτος 1906. Οι γονείς του ήταν ο Βασίλειος και η Ουρανία. Είχε τρεις αδερφές την Παρασκευή Ζέρβα, την Αθηνά Ταβοπούλου και την Καλλιρρόη Ματσάγκα. Παντρεύτηκε την Ελένη Στύλου από την Πάργα, η οποία πέθανε το έτος 1982. Το έτος 1985 ήρθε σε δεύτερο γάμο με την Άννα Νάζου.
Το δημοτικό και το σχολαρχείο τελείωσε στη Ζίτσα, ενώ τις γυμνασιακές του σπουδές αποπεράτωσε στη Ζωσιμαία Σχολή Ιωαννίνων. Εισήχθη στην ιατρική Σχολή Αθηνών από την οποία αποφοίτησε ως ιατρός με βαθμό άριστα.
Εργάστηκε ως ειδικευόμενος ιατρός σε νοσοκομεία των Αθηνών. Αργότερα επέστρεψε στο χωριό του, όπου άσκησε την ιατρική στη Ζίτσα και την ευρύτερη περιοχή, μέχρι την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου (1940). Επιστρατεύτηκε  και υπηρέτησε σε  μονάδα υγειονομικού  ως έφεδρος ανθυπίατρος. Κατά τη διάρκεια της κατοχής και μέχρι το έτος 1969 άσκησε την ιατρική στη Ζίτσα και στα Ιωάννινα.
Το έτος 1969 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου και άσκησε την ιατρική μέχρι της συνταξιοδότησής του.
Έκτοτε οραματίστηκε τη δημιουργία φιλανθρωπικού κληροδοτήματος, το οποίο συνέστησε με την υπ’  αριθ. 9752/3-3-98 συστατική πράξη που δημοσιεύτηκε στο 1198/15-6-99 ΦΕΚ και τροποποιήθηκε  με την 1336/25-10-2000 πράξη.
Στο δημιουργηθέν  κληροδότημα με την επωνυμία «ΚΛΗΡΟΔΟΤΗΜΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ & ΕΛΕΝΗΣ ΓΥΡΑ» μεταβίβασε 315.000.000 δρχ. και 12 ακίνητα, τα οποία αποφέρουν  ετησίως ένα σεβαστό ποσό. Οι τόκοι των χρημάτων και τα εισπραττόμενα ενοίκια διανέμονται κατ’  έτος, ως εξής:
1)     60ο/ο σε άτομα έχοντα ανάγκη βοηθείας του Δήμου Ζίτσας
2)     20 ο/ο  για οικονομική ενίσχυση οικονομικά αδυνάτων κορασίδων του Δήμου Ζίτσας
3)     20 ο/ο στο ίδρυμα Ελένης Γύρα

Απέθανε στις 19 Μαρτίου 2001 στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός και ενταφιάστηκε στη Ζίτσα, όπου ήταν και η επιθυμία του.
Ο Ζιτσιώτης  γιατρός πέθανε χωρίς να μπορέσει να δει το «Γύρειο Ίδρυμα» να λειτουργεί. Άφησε όμως μια ολόκληρη περιουσία παρακαταθήκη στη γενέτειρά του και στους Ζιτσιώτες.
Ο σκοπός του ιδρύματος είναι:
Η οικονομική ενίσχυση, οικονομικά αδυνάτων κορασίδων για την αντιμετώπιση δαπανών γάμου, καταγόμενων από τις κοινότητες του Δήμου Ζίτσας.
Οικονομική ενίσχυση σε ανάπηρους  σωματικά γέροντες, χήρες- ορφανά και λοιπά πρόσωπα υπαγόμενα στη φιλανθρωπία και έχοντα ανάγκη βοήθειας.
Οικονομική ενίσχυση του κληροδοτήματος «Ελένης Γύρα», εφόσον λειτουργεί.
Το Διοικητικό Συμβούλιο διοικεί και διαχειρίζεται την περιουσία του ιδρύματος και αποφασίζει για κάθε θέμα που αφορά τη διοίκηση και τη λειτουργία και διαθέτει τους πόρους.

20. Κων/νος Μαλάμος



Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου το 1913, όπου ο πατέρας του αυτοεξορίστηκε, για να αποφύγει τη δίωξη των Τούρκων, μετά την αποτυχία της προσπάθειας των Γαριβαλδινών, το 1912 στο Δρίσκο, για να απελευθερώσουν την Ήπειρο. Τον ίδιο χρόνο, με την απελευθέρωση της Ηπείρου, επιστρέφει με τους γονείς του στα Ιωάννινα.
Τα πρώτα πέντε χρόνια της ζωής του τα έζησε στο χωριό του, τη Ζίτσα. Το σπίτι του βρισκόταν κοντά στη συνοικία όπου έμεναν οι ονομαστοί σε όλη την περιοχή οργανοπαίκτες δημοτικής μουσικής, από τους οποίους ο πιο σπουδαίος ήταν ο Λεωνίδας Κώτσης – Νίδα τον λέγανε – που έπαιζε το κλαρίνο. Από αυτούς πήρε τη μουσική του παιδεία. Την εικαστική του εμπειρία την έλαβε στο εκκλησάκι της ενορίας του, στον Άη Ταξιάρχη, όπου ο παππούς ήταν εκκλησιαστικός επίτροπος. Ο Αη Ταξιάρχης ήταν ένας μικρός ναός στην κάτω γειτονιά του χωριού, ιστορημένος το 1648 από κάποιον Κωνσταντίνου.
Γύρω στα 1918 ο πατέρας του άνοιξε ένα ζαχαροπλαστείο αθηναϊκού τύπου στην κεντρική πλατεία των Ιωαννίνων. Αυτό που τον εντυπωσίαζε πάνω από όλα ήταν οι κρεμασμένες ζωγραφιές στους τοίχους με ήρωες του 1821. Ξεχωριστή εντύπωση του έκανε η Μπουμπουλίνα. Αυτές οι ελαιογραφίες ήταν τόσο διαφορετικές από τις εικόνες του Αη Ταξιάρχη της Ζίτσας…τον περισσότερο καιρό, ιδίως το καλοκαίρι, έπαιζε στο ζαχαροπλαστείο μια μικρή ορχήστρα,. Αυτή η μουσική ήταν τόσο διαφορετική από του Νίδα…
Οι ζωγραφιές με τους ήρωες, η καινούρια μουσική, το θέατρο που πολλές φορές έπαιζαν κλιμάκια του Εθνικού Θεάτρου άλλαξαν εντελώς την αίσθηση που είχε έως τότε για τη μουσική και τη ζωγραφική…
Στο δημοτικό σχολείο ένας από τους δασκάλους του που διαπίστωσαν την κλίση του στη ζωγραφική ήταν ο Σωτήρης Δαγκλής, πατέρας του χαράκτη, φίλου και συγχωριανού του Χρήστου Δαγκλή.
Το 1931 έρχεται στην Αθήνα με υποτροφία του Ιδρύματος Αναστασίου Φιλίτη και τον επόμενο χρόνο γίνεται δεκτός στην Σχολή Καλών Τεχνών με πρώτο δάσκαλό τον Παύλο Μαθιόπουλο και στη συνέχεια τον Ουμβέρτο Αργυρό και τον Κωνσταντίνο Παρθένη. Τον Σεπτέμβρη του 1933 πραγματοποιεί στα Γιάννενα την πρώτη του καλλιτεχνική έκθεση.
1935-1936: Εκθέτει με άλλους σπουδαστές στον Παρνασσό.
1937: Με την αποφοίτηση του από την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών, παίρνει το Δίπλωμα του με Α΄ Βραβείο στο γυμνό και με έπαινο στο γυμνό νυκτός.
1937: Τον ίδιο χρόνο ανοίγει στην Αθήνα Φροντιστήριο Ζωγραφικής. Το 1938 διορίζεται στο καλλιτεχνικό τμήμα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Ακολουθεί η στράτευσή του. Τον Οκτώβριο του 1940, λίγες μέρες μετά την απόλυσή του, κηρύσσεται ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος.
Η κατάρρευση του Μετώπου τον βρίσκει σε περιπετειώδη πορεία προς την Αθήνα. Στο Αγρίνιο ανταμώνει με το γλύπτη Χρήστο Καπράλο, συσπουδαστή του στη Σχολή Καλών Τεχνών. Ο Καπράλος τον παίρνει μαζί του στο χωριό του, στο Παναιτώλιο, όπου είναι το σπίτι του και το ατελιέ του. Επιστρέφοντας στην Αθήνα βρίσκει τη θέση του στο Μουσείο κατειλημμένη από δυο «συναδέλφους». Η κατοχική κυβέρνηση τον είχε απολύσει.
Μετά τον γάμο του με τη ζωγράφο Ιωάννα Μητσέα, για να επιβιώσουν, φεύγουν το Νοέμβρη του 1941 για τα Γιάννενα. Το 1942 εκθέτουν στα Γιάννενα. Πολλά από αυτά τα ανταλλάσσουν με τρόφιμα. Παρά τις ενοχλήσεις των Ιταλών, που τους θεωρούσαν υπόπτους για αντίσταση και κατασκοπεία και ανεπιθύμητους, ζωγράφιζαν και οι δυο πολύ. Σύντομα, όμως αναγκάστηκαν να γυρίσουν στην Αθήνα.
Το 1943 προσλαμβάνεται στη Μέση Εκπαίδευση. Το 1944 το Υπουργείο Παιδείας ιδρύει παράρτημα της Α.Σ.Κ.Τ. στον Πύργο της Τήνου και του αναθέτει την διεύθυνση. Δεν αποδέχεται το διορισμό και το Υπουργείο Παιδείας τον απολύει.
Το 1946, μετά την απελευθέρωση, μετέχει στην πρώτη μεταπολεμική έκθεση στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας, που γίνεται με πρωτοβουλία του Υπουργείου Παιδείας στη Στοκχόλμη, με το έργο «Φευγιό». Τον ίδιο χρόνο αναλαμβάνει να διδάξει Τεχνικά στο Κολέγιο Αθηνών. Το 1946 του απονέμεται υποτροφία της Γαλλικής κυβέρνησης για να συνεχίσει τις σπουδές του στο Παρίσι. Δυστυχώς δεν ανταποκρίνεται, λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων.
Το 1958 και για πέντε περίπου χρόνια συνεργάζεται με τα Ελεύθερα Σπουδαστήρια Καλών Τεχνών Βακαλό, όπου διδάσκει τύπους γραμμάτων.
1948: Εκθέτει στο Κολέγιο Αθηνών μαζί με την Ιωάννα Μητσέα – Μαλάμου και τον Νίκο Νάκη (Καρτωνάκη), εγκαινιάζοντας το θεσμό εκθέσεων σύγχρονης Ελληνικής Τέχνης για εκπαιδευτικούς λόγους.
1949: Γεννιέται το μοναδικό του παιδί, η Έφη.
1951: Πραγματοποιεί το πρώτο του ταξίδι στο Παρίσι.
1952: Παίρνει μέρος για πρώτη φορά σε Πανελλήνια Έκθεση στο Ζάππειο
1957: Εκθέτει με άλλους συμπατριώτες τους Ηπειρώτες καλλιτέχνες στα Γιάννενα.
1960: Ιδρύει στα Γιάννενα την «Πινακοθήκη Νεοελληνικής Τέχνης» με τη συμβολή πολλών συναδέλφων του και άλλων φιλότεχνων, με κυριότερο τον Ευριπίδη Κουτλίδη που προσέφερε περί τα 20 έργα, καθώς και τη συνεργασία του σωματείου «Οι Φίλοι των Ιωαννίνων»
1961: Γίνεται μέλος του Καλλιτεχνικού Επαγγελματικού Επιμελητηρίου (Κ.Ε.Ε.)
Στη διάρκεια των χρόνων που ακολουθούν και διαρκώς μέχρι και το τέλος της ζωής του μετέχει σε πολλές Ομαδικές και Ατομικές Εκθέσεις σε μεγάλες γκαλερί και Αίθουσες Τέχνης τόσο σε πολλές πόλεις της Ελλάδας (Γιάννενα, Αθήνα, Άρτα, Θεσσαλονίκη, Καλαμάτα, Λάρισα, Αγρίνιο, Ηράκλειο και αλλού), όσο και σε μεγάλες Ευρωπαϊκές πόλεις (Λονδίνο, Βουκουρέστι, Δουβλίνο, Λιουμπλιάνα, Αλεξάνδρεια, Ντόρτμούντ Γερμανίας κ.α.).
Ενώ, το 1967 μετέχει στο «Salon de l’ Arte Libre» στο Παρίσι, όπου την επόμενη χρονιά παίρνει και Μετάλλιο με δίπλωμα, καθώς επίσης μετέχει και στη « B Biennale delle Regioni» στην Αγκόνα, όπου παίρνει Μετάλλιο με δίπλωμα.
Το 1974 παίρνει μέρος σε ομαδική έκθεση στην Αμμόχωστο και μετέχει στην έκθεση για τον αγώνα της Κύπρου συγχρόνως σε διάφορες Γκαλερί της Αθήνας.
Το 1980 εκλέγεται Πρόεδρος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (Ε.Ε.Τ.Ε.).
Το 1983 η Πανηπειρωτική Συνομοσπονδία Ελλάδος του απονέμει Μετάλλιο. Την ίδια χρονιά διοργανώνεται κοινή έκθεση του Χρήστου Δαγκλή και Κώστα Μαλάμου στο χωριό τους, τη Ζίτσα , με την ευκαιρία ανέγερσης της εκεί Βιβλιοθήκης, δωρεά του ζεύγους Αθ. Βαδόκα.
1984: Γίνεται μέλος του Δ.Σ. του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου της Αθήνας.
Απονομή Μεταλλίου από τον Δήμο Ιωαννιτών. Απονομή Μεταλλίου από το Δήμο Αθηναίων.
Εκλέγεται Πρόεδρος της Καλλιτεχνικής Επιτροπής της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείου Αλεξ. Σούτσου.
1992: Το Δ.Σ. του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος, σε συνεννόηση με το Υπουργείο Πολιτισμού, τον εκλέγει ως υποψήφιο για το βραβείο UNESCO για την Ειρήνη. Το Κολέγιο Αθηνών του απονέμει Τιμητικό Δίπλωμα.
1994: Η Ακαδημία Αθηνών του απονέμει το Χάλκινο Μετάλλιο με δίπλωμα.
1997: Απονομή πλακέτας από τον «Οικουμενικό Ελληνισμό».
1999: Προσφορά Ομαδικού Πορτραίτου, Παραλλαγή του «Ατελιέ» του Κουρμπέ στην Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξ. Σούτσου.
2000: Ύστερα από 40 χρόνια, την 21η Φεβρουαρίου 2000, με την παρουσία του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Κωστή Στεφανόπουλου και άλλων επωνύμων και πλήθους κόσμου έγιναν τα – για δεύτερη φορά – εγκαίνια της Πινακοθήκης Νεοελληνικής Τέχνης στα Γιάννενα.
2007: Το Κολέγιο Αθηνών του απονέμει τιμητική πλακέτα «για τη μακρόχρονη προσφορά του στην Τέχνη και στο Κολέγιο».
2007: Φεύγει από τη ζωή σε ηλικία 94 ετών.

Σήμερα υπάρχει στη Ζίτσα η Πινακοθήκη που αριθμεί πάνω από 200 έργα κυρίως χαρακτικά, δωρεά του καλλιτέχνη, εμπλουτισμένη με έργα σύγχρονων καλλιτεχνών.


Δεν υπάρχουν σχόλια: